Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2008

Προβλήματα - Προτάσεις μας

ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟΥΧΩΝ - ΚΑΠΝ/ΛΩΝ

ΑΘΗΝΑΣ Η “ENOTHTA

Βερανζέρου 13 Αθήνα 106 77

Τηλ.3801680 Τηλ. - Fax 3845475

Αθήνα 25 /10/ 1999

Αρ. πρωτ. 236 / 25-10-99

Προς ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ

ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ Υ.Ε.Θ.Α.

ΔΕΠΑΘΑ / ΤΜ. IV / Α.Θ.Π.

Υπόψη

Υφυπουργό Δημήτριο Αποστολάκη

Κοιν:

· Υπουργείο Εσωτερικών

Δημ. Δ/σης & Αποκέντρώσης

Σταδίου 27 101 83 Αθήνα

· Νομαρχία Αθηνών / Τομ. Κεντρικός

Κηφισίας 125 – 127

115 24 Αθήνα ( Υπόψη κας Νομάρχου )

Αξιότιμοι κ. κύριοι /ες

Μετά από τις επανειλημμένες καταγγελίες μας προς την Νομαρχία Αθηνών και μετά από πολλοστές συναντήσεις και συζητήσεις με τους αρμοδίους της Νομαρχίας (της προηγούμενης διοίκησης), δυστυχώς δεν έγινε τίποτα, με αποτέλεσμα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε καθημερινά να αυξάνουν. Γι’ αυτό πήραμε το θάρρος και αναφερόμαστε σε εσάς, ζητώντας να αφιερώσετε λίγο χρόνο από τον ελάχιστο που σίγουρα έχετε, σε έναν μεγάλο κλάδο, των περιπτεράδων.

Καταρχάς θέλουμε να καταγγείλουμε το γεγονός πως όλο το νομικό πλαίσιο που διέπει τον κλάδο μας είναι απαρχαιωμένο και χρειάζεται αναθεώρηση. Οι περισσότερες Υπουργικές αποφάσεις αλλά και διατάγματα, έχουν παρθεί κατά τη δεκαετία του ΄60. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι ακόμη και σήμερα απαγορεύεται να πωλείται το γάλα στα περίπτερα. Η απαγόρευση αυτή ισχύει από τα χρόνια εκείνα που το μόνο γάλα που υπήρχε, ήταν αυτό πωλούσε ο γαλατάς με την κανάτα.

Αναλυτικότερα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι:

1. ΜΙΣΘΩΜΑ - ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΤΕΓΗ

Ποιος καινούργιος ενοικιαστής κατορθώνει να κάνει απόσβεση του κεφαλαίου που έχει επενδύσει μέσα σε τρία χρόνια; Οι περισσότεροι - εάν για διάφορους λόγους δεν γίνει παράταση του μισθώματος - αποχωρούν απογοητευμένοι. Με απραγματοποίητα σχέδια, όνειρα και ελπίδες που είχαν επενδύσει στην εξεύρεση μιας δουλειάς, ξαναγυρίζουν στην ανεργία.

Και το χειρότερο δεν είναι ότι αποχωρούν με το σοκ της αποτυχίας, ως περιπτεράδες, αλλά το ΄΄τούρκικο καπέλο΄΄ που στο διάστημα αυτό πρόλαβαν να φορέσουν.

Οι συνθήκες μέρα τη μέρα χειροτερεύουν. Αν αναλογιστούμε, το τι πληρώνουμε σε πάγια έξοδα, τα μεγάλα πρόστιμα στους Δήμους, τα ποσοστά κέρδους που έχουν πάρει, τα τελευταία χρόνια, την κατιούσα, σε αντίθεση με τα είδη που έχουν αυξηθεί δραχμικά, με αποτέλεσμα την δυσανάλογη φορολόγηση βάσει του πραγματικού εισοδήματος, καθώς και τα προς το ζειν μας, η κατάσταση εμπνέει ανησυχία.

Αναφερόμαστε σε σταθερές εκροές χρημάτων, γιατί αν λάβουμε υπ’όψιν τους αστάθμητους παράγοντες στο διάστημα αυτό τότε επικαλούμαστε την βοήθεια των αγίων.

Εξάλλου, όπως συμβαίνει με όλα τα καταστήματα, ένα περίπτερο, χρειάζεται και αυτό μια πίστωση χρόνου, προκειμένου, να εξοικειωθείς με τις συνθήκες λειτουργίας που επιβάλει η θέση του, αναγκάζεσαι να αφαιρέσεις ή αντίθετα να προσθέσεις άλλα είδη, και σε αυτό το διάστημα ΄΄ισορροπίας΄΄ είναι εύλογο ότι έχουμε απώλεια χρημάτων. Τουλάχιστον, ένας χρόνος, απαιτείτε για να σταθεροποιήσει την πελατεία του, κάθε καινούργιος ενοικιαστής.

Επίσης, να μη λησμονείτε το γεγονός ότι όλα τα είδη στα περίπτερα έχουν γίνει, πλέον, φοροδοτικά.

Σε αυτό το σημείο, μάλιστα, παρατηρείται, η εξής αντινομία. Ενώ είμαστε ισότιμοι με τους άλλους επαγγελματίες στις οικονομικές υποχρεώσεις (απόδοση Φ.Π.Α., φορολογία, αντικειμενικά κριτήρια, υποχρεωτική εγγραφή στο Επαγγελματικό Επιμελητήριο κ.λ.π. ), η υπάρχουσα νομοθεσία μας αντιμετωπίζει αποσπασματικά στο θέμα μισθώσεις περιπτέρου, σε σχέση με το ισχίων νομικό καθεστώς που διέπει το θέμα της επαγγελματικής στέγης. γενικότερα (αναφερόμαστε στο ν.1848/1989, άρθρο 25 που τροποποιεί το άρθρο 38 του ν. 1563/1989, και γίνεται 3ετής η μίσθωση περιπτέρου από 2ετής).

Από τότε μέχρι σήμερα (κοντά 10ετία), έχει αλλάξει πλέον η κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να έχει γίνει ευάλωτος και οδικός μας κλάδος, μέσα σε όλες αυτές τις αλλαγές.

Ως εργαζόμενοι, πιστεύουμε πως είναι λογικό στις επικρατούσες συνθήκες να θέλουμε έστω μια νομική προστασία, στο θέμα διάρκειας της μίσθωσης. Για αυτό ζητάμε κατοχύρωση επαγγελματικής στέγης όπως όλοι οι επαγγελματίες, βάσει του σκεπτικού που αναπτύξαμε.

Απευθυνόμαστε τόσο στους ιδιοκτήτες, όσο και στη νομαρχία, να κατανοήσουν και να αποδεχτούν την πρότασή μας που είναι επεξεργασμένη και διαμορφωμένη στις σημερινές συνθήκες που επικρατούν στον εργασιακό μας χώρο.

Επίσης, πιστεύουμε ότι μας αδικεί το γεγονός να χάνει την ισχύ της μια σύμβαση, σε περίπτωση που χηρεύει το περίπτερο, με αποτέλεσμα να μας βγάζει στο δρόμο, ο νέος δικαιούχος ανάπηρος.

Με το ίδιο σκεπτικό που αναπτύξαμε παραπάνω,προτείνουμε με σχετική νομοθετική ρύθμιση να αναγνωρίζεται η ισχύς της υπάρχουσας σύμβασης - μέχρι τη λήξη αυτής - από τον νέο δικαιούχο, εκτός εάν υπάρχει περίπτωση ιδιόχρησης

Μας έχουν καταγγείλει πάρα πολύ συνάδελφοι, περιπτώσεις οικονομικού εκβιασμού από τον εκμισθωτή. Προκειμένου να παραταθούν συμβάσεις, ορισμένοι ιδιοκτήτες ζητούν αρκετά μεγάλα ποσά για ΄΄αέρα΄΄.

2. ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΠΤΕΡΩΝ

Με την Αρ. Φ.433.531/300030/ της 17 / 7 16.9.69 τελευταία κοινή Υπουργική απόφαση καθορίζονται οι διαστάσεις καθώς και η μορφή των περιπτέρων. Οι δε διαστάσεις ορίσθηκαν στο 1,30Χ1,50 δηλαδή 1,95τμ - -ούτε καν 2τμ.- Για τα χρόνια εκείνα πιστεύουμε πως ήταν αρκετά μιας και τα προϊόντα που εμπορευόμασταν ήταν ελάχιστα. Τρεις μάρκες και ένα κουτάκι χύμα τσιγάρα, δύο εφημερίδες άντε και ένα-δύο περιοδικά. Σήμερα όμως με την άνθιση της βιομηχανίας και του εμπορίου, τα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα έχουν αλλάξει ριζικά. Δεκάδες να μην πούμε εκατοντάδες μάρκες τσιγάρων,τα ίδια και χειρότερα με τον έντυπο τύπο, καθώς το ίδιο συμβαίνει και με τα υπόλοιπα προϊόντα (ψιλικά) που εμπορευόμαστε. Αναγκαστικά με την πάροδο του χρόνου το περίπτερο διογκώθηκε, με αποτέλεσμα να επέμβει ο εκάστοτε Δήμος και να επιβάλλει τα δικά του χαράτσια υπό τη μορφή τελών κατάληψης κοινόχρηστου χώρου αλλά και προστίμων που φτάνουν τις περισσότερες φορές και τα δύο εκατομμύρια ετησίως. Για το ποιας μεταχείρισης τυγχάνουμε από την Τοπική Αυτοδιοίκηση και συγκεκριμένα από το Δήμο Αθηναίων; Αφήνουμε να κρίνετε εσείς, παραθέτοντάς σας επί λέξη την παρακάτω Δημοτική Απόφαση. “τα τέλη κοινόχρηστου χώρου στα περίπτερα ορίζονται στο διπλάσιο από τα τραπεζοκαθίσματα” μήπως έχουμε να κάνουμε με αντισυνταγματικότητα περί άνισης μεταχείρισης πωλητών;

Με την πάροδο του χρόνου και με τους νέους προϋπολογισμούς του Δήμου Αθηναίων αναθεωρήθηκε το ύψος των τελών πάντα προς τα πάνω, φτάνοντας ακόμη και στο τετραπλάσιο των τραπεζοκαθισμάτων, αγγίζοντας έως και τις 350.000δρχ. το τετραγωνικό μέτρο. Ούτε διαμέρισμα να αγοράζαμε. Αυτό βέβαια θα ήταν δικό μας.

Τελευταία ο Δήμος Αθηναίων, αγνοώντας την υπ’ αρ. Φ. 433.531/300030/ της 17/7-16.9.69 κοινή Υπουργική απόφαση που προσδιορίζει τη μορφή αλλά και τις διαστάσεις των περιπτέρων με Δημοτική Απόφαση, προχωρά στην αντικατάσταση των περιπτέρων με νέου τύπου περίπτερα, που φτάνουν τα επτά τετραγωνικά μέτρα ( 7τμ ). Αυτό έχει δημιουργήσει σύγχυση στους συναδέλφους περιπτεράδες διότι, από τη μια καλά τα 7τμ, αλλά από την άλλη, αφενός ότι τα επιπλέον τετραγωνικά μέτρα από το 1,95τμ που προβλέπει η παραπάνω κοινή Υπουργική απόφαση, χρεώνονται ετησίως από το Δήμο με πάρα πολύ υψηλό κόστος ανά τετραγωνικό, αγγίζοντας έως και τις 350,000δρχ το τετραγωνικό μέτρο. Αφετέρου αντιμετωπίζουμε πρόβλημα νομιμότητας, από τη στιγμή που δεν έχει υποστεί τροποποίηση η παραπάνω Υπουργική απόφαση και τα αστυνομικά όργανα καθώς και η Νομαρχία που είναι αρμόδια για τα περίπτερα κινούνται βάσει των Υπουργικών αποφάσεων και νόμων και όχι βάσει των Δημοτικών Αποφάσεων. Καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως είναι αναγκαίο να γίνει τροποποίηση της προαναφερόμενης απόφασης από τη στιγμή μάλιστα που και ο Δήμος δεν έχει πρόβλημα και ήδη μας έχει παραχωρήσει επτά τετραγωνικά μέτρα. Με τη διαφορά όμως να απαλλαχτούμε από το δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος που μας χρεώνει ο Δήμος ανά τετραγωνικό.

3. ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΜΙΣΘΩΜΑΤΩΝ

Ένα άλλο σοβαρό θέμα είναι και αυτό του καθορισμού των ενοικίων. Πολύ σοφά ο νόμος επέβαλε το 20% αναπροσαρμογής του ενοικίου, προκειμένου τα χαμηλά μισθώματα, να φτάσουν σταδιακά, στο ύψος των τότε υψηλότερων.

Όμως, τα περισσότερα ενοίκια, έχουν ήδη αυξηθεί υπερβολικά, έχοντας φτάσει να κυμαίνονται πλέον, από 150,000-500,000 δρχ. Αν προσθέσουμε και την ετήσια αναπροσαρμογή, αντιλαμβάνεστε σε ποια ύψη θα εξακοντιστούν τα επόμενα χρόνια.

Συμφωνούμε, για τα μισθώματα κάτω των 100,000 δρχ., εκτός από την ετήσια αναπροσαρμογή, να υπάρχει και το 20% αναπροσαρμογής ενοικίου σε κάθε παράταση.

Για τις υπόλοιπες μισθώσεις, επειδή θεωρούμε καταχρηστικό το 20%, ζητάμε την κατάργησή του. Σε αυτές τις περιπτώσεις να ισχύουν οι νόμιμες προσαυξήσεις, δηλαδή, η ετήσια αναπροσαρμογή που είναι ίση με το ποσοστό πληθωρισμού, όπως εκάστοτε καθορίζει η Τράπεζα της Ελλάδος.

Θέλουμε όμως να σας επιστήσουμε την προσοχή στο ότι η εφαρμογή του άρθρου 38 του Ν. 1563/1985 θα επιφέρει σημαντικότατη αύξηση στα ήδη αυξημένα μισθώματα των περιπτέρων, με συνέπεια ο σκοπός που επιδιώκεται με την διάταξη αυτή να αναιρείται, καθότι οι παλαιοί μισθωτές αδυνατούν να καταβάλουν αυξήσεις έως και 20% στα μισθώματα που προϋφίσταντο.

Η εφαρμογή του άρθρου 38 του Ν. 1563/1985, προβλέπει ότι εφόσον ο μισθωτής έχει κάνει εμπρόθεσμα δήλωση παράτασης της μίσθωσης, μπορεί να συνεχίσει να μισθώνει το περίπτερο, εφόσον τρίτος δεν προσφέρει στον ανάπηρο-εκμισθωτή μίσθωμα ανώτερο από το προσφερόμενο από τον παλαιό μισθωτή. Προβλέπεται επίσης ότι δηλώσεις τρίτων που προσφέρουν μίσθωμα άνω του 20% δεν λαμβάνονται υπόψη.

Ο περιορισμός του 20% προβλέφθηκε από το νομοθέτη για δύο λόγους:

α. Διότι δηλώσεις άνω του 20% θεωρούνται κατά τεκμήριο εικονικές και όχι πραγματικές και ότι γίνονται συνεπώς για να καταστρατηγηθεί η διάταξη του άρθρου 38 του Ν. 1563/1985, διότι είναι απίθανο να υπάρχει μισθωτής που θα προσφέρει πραγματικά αύξηση τόσο υψηλή.

β. Διότι ο νομοθέτης απέβλεψε στην προστασία του μισθωτή-εκμεταλλευτή του περιπτέρου από ανεξέλεγκτες και υπερβολικές αυξήσεις των μισθωμάτων των περιπτέρων, που ουσιαστικά τον εξαναγκάζουν να εγκαταλείψει το περίπτερό του ή να προσφέρει (αν βέβαια είναι δυνατόν ) υπερβολικά υψηλή αύξηση στον εκμισθωτή.

Το ποσοστό 20% είχε θεσπισθεί το 1985, διότι τότε πράγματι ο πληθωρισμός της Ελλάδας κυμαινόταν σε αυτά τα επίπεδα. Επομένως η αύξηση αυτή ήταν φυσιολογική με τα τότε δεδομένα του τιμαρίθμου κόστους ζωής.

Σήμερα όμως που ο πληθωρισμός βρίσκεται στο 2,5% η διατήρηση του ποσοστού 20% είναι όχι μόνο υπερβολική και εξοντωτική για τους εκμεταλλευτές των περιπτέρων, αλλά αναιρεί ουσιαστικά τους άνω σκοπούς, τους οποίους επιδίωξε ο νομοθέτης του Ν. 1563/1985.

Σήμερα πια η πρόβλεψη του 20% ουσιαστικά εξαναγκάζει τους περιπτερούχους να ενδίδουν σε παράλογες αυξήσεις των μισθωμάτων των περιπτέρων. Σημειωτέον Δε ότι τα μισθώματα είναι ήδη δυσανάλογα αυξημένα σε σχέση με το κόστος ζωής, διότι ενώ, όπως είναι γνωστό, ο πληθωρισμός εδώ και πολλά χρόνια κυμαίνεται σε ποσοστό πολύ λιγότερο του 20%, η εφαρμογή του Ν. 1563/1985 έχει οδηγήσει σε αυξήσεις της τάξης του 20%, χωρίς μάλιστα να λαμβάνεται υπόψη η αναπροσαρμογή των μισθωμάτων με βάση τον πληθωρισμό που γίνεται κάθε χρόνο, όπως προβλέπουν όλα τα έντυπα μισθωτήρια συμβόλαια που κατατίθενται στη Νομαρχία.

Έτσι η πρόβλεψη του 20% σε συνδυασμό με την ετήσια αναπροσαρμογή των μισθωμάτων με βάση τον πληθωρισμό οδηγεί σε ανεπιεικείς και εξοντωτικές λύσεις για τους περιπτερούχους.

Είναι συνεπώς σκόπιμο να προβλεφθεί ότι το άρθρο 38 του Ν. 1563/1985 θα ισχύει και στις περιπτώσεις εξακολούθησης μισθώσεων σχολαζόντων περιπτέρων, με τη διαφορά ότι δεν θα λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή του άρθρου αυτού προτεινόμενες αυξήσεις όχι άνω του 20%, αλλά άνω του ποσοστού του πληθωρισμού, όπως αυτός κυμαίνεται κάθε φορά.

4. ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ «ΑΕΡΑΣ»

Ο «αέρας» είναι το επόμενο θέμα, βάσει του νόμου 2238/94, άρθρο 13 σύμφωνα με τον οποίο φορολογείται σαν υπεραξία ο αέρας της επιχείρησης. Δεν γνωρίζουμε χρονολογικά τουλάχιστον, από πότε ο αέρας της επιχείρησης υπάρχει και μεταβιβαζόταν ατύποις ως δικαίωμα. Γεγονός είναι ότι έχει αποκτήσει νομική οντότητα.

Σύμφωνα με τον προαναφερθέντα νόμο φορολογείται αυτοτελώς, λογιζόμενο ως εισόδημα κάθε κέρδος ή ωφέλεια που προέρχεται από τη μεταβίβαση επιχείρησης με τα άϋλα στοιχεία αυτής, όπως αέρας, επωνυμία, σήμα, προνόμια κλπ. Επομένως, δια του νόμου 2238/94 πιστοποιείται η ύπαρξη του αέρα, ως άϋλο στοιχείο στη μεταβίβαση της επιχείρησης.

Επί του προκειμένου δεν πωλείται το περίπτερο ως κατασκευή αλλά ως επιχείρηση, δηλαδή η οικονομική δραστηριότητα που αναπτύσσει η συγκεκριμένη μονάδα εργασίας. Το μέγεθος της οικονομικής δραστηριότητας που αναπτύσσει το περίπτερο ως επιχείρηση εξαρτάται και καθορίζεται από το σημείο θέσης του, τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής και πρώτιστα από τις ικανότητες του εκάστοτε περιπτερούχου. Εν ολίγοις από τη συνέπεια και τη σοβαρότητα που επιδεικνύει κατά την εργασία του.

Η παρουσία ή απουσία επαγγελματισμού καθορίζει το μέγεθος της αναπτυσσόμενης οικονομικής δραστηριότητας η οποία είναι ευαπόδεικτη γιατί όλα τα είδη που πωλούνται στα περίπτερα είναι φοροδοτικά.

Το περίπτερο ως επιχείρηση δεν έχει σήμα ή επωνυμία. Ως εκ τούτου κατά τη μεταβίβαση της επιχείρησης σε νέο μισθωτή πωλείται ο αέρας. Τα στοιχεία που συνυπολογίζονται ως αέρας αφορούν τις δαπάνες για την αισθητική του περιπτέρου και τη συντήρησή του (αλλαγή κατεστραμμένων ρολών, ραφιών κλπ.), καταγραφή των εμπορευμάτων (στοκ τσιγάρων, μπισκότα, σοκολάτες κλπ.), πελατεία από τις δημόσιες σχέσεις που έχει αναπτύξει και σταθεροποιήσει ο τέως μισθωτής.

Είναι κοινώς γνωστό ότι ουδείς έχει το δικαίωμα να πωλήσει το περίπτερο (ως κατασκευή ή το δικαίωμα εκμετάλλευσης ). Ο ανάπηρος ή το θύμα πολέμου δεν είναι ιδιοκτήτης, αλλά δικαιούχος του παραχωρηθέντος δικαιώματος από την Πολιτεία για χρήση και εκμετάλλευση του περιπτέρου. Σε περίπτωση ιδιοχρησίας αναπτύσσει οικονομική δραστηριότητα ο ανάπηρος ή το θύμα πολέμου. Στην εκμίσθωση όμως τη δραστηριότητα αυτή την αναπτύσσει ο μισθωτής. Με ποιο, λοιπόν, σκεπτικό δεν έχει το δικαίωμα της κυριότητας στην οικονομική δραστηριότητα την οποίαν αναπτύσσει ο ίδιος ;

Από την Πολιτεία φορολογείται το περίπτερο ως επιχείρηση, ως πεδίο οικονομικής δραστηριότητας και όχι σαν κατασκευή. Σημειωτέον, ανεξάρτητα από το εάν καρπώνεται ή όχι ο μισθωτής τον αέρα κατά τη μεταβίβαση της επιχείρησης φορολογείται επ’ αυτού όταν κάνει παύση της δραστηριότητας. Επομένως, ο νόμος 2238/94 και πιστοποιεί και νομιμοποιεί τον αέρα της επιχείρησης.

Το γεγονός αυτό εκμεταλλεύονται ορισμένοι δικαιούχοι με αποτέλεσμα να καθυστερούν σκόπιμα την υπογραφή σύμβασης μίσθωσης με το νέο μισθωτή υποχρεώνοντας τον παλαιό ενοικιαστή να αποχωρήσει στερούμενος του δικαιώματος μεταβίβασης της επιχείρησης που ο ίδιος έχει δημιουργήσει και αναπτύξει ! ΄Έτσι καρπώνεται τον αέρα ο εκμισθωτής. Στο ίδιο πνεύμα κινούνται και ορισμένες περιπτώσεις ιδιοχρησίας, είτε το ενδιαφέρον εκδηλώνεται από τον, ήδη, εκμισθωτή, είτε από νέο δικαιούχο ανάπηρο.

Κατά τη γνώμη μας, αυτό συμβαίνει γιατί ο δικαιούχος γνωρίζει ότι το παραχωρηθέν δικαίωμα για χρήση και εκμετάλλευση περιπτέρου δημιουργεί καθεστώς κυριότητας με «ημερομηνία λήξη». Η πραγματικότητα αυτή σε σχέση με τη βραχυχρόνια σύμβαση μίσθωσης έχει ανοίξει το δρόμο σε όσους ορέγονται, ανίδρωτα, κέρδη.

Δυστυχώς, δεν συμμεριζόμαστε την «αγωνία» όσων έχουν εγκλωβιστεί στη λογική του ατομικού συμφέροντος και παραβλέπουν τους κανόνες της απλής λογικής : η επιχείρηση μεταβιβάζεται με τα άϋλα στοιχεία αυτής, από το πρόσωπο που δημιουργεί και αναπτύσσει την οικονομική δραστηριότητα.

5. ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ – ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥ 1043/1980

Όπως είναι γνωστό, κατ’ αρχήν δικαίωμα εκμεταλλεύσεως περιπτέρων επί των πεζοδρομίων δημοσίων, δημοτικών και κοινοτικών οδών και πλατειών των πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών, κήπων και αλσών δικαιούνται να αποκτήσουν δια παραχωρήσεως από τον οικείο Νομάρχη, ύστερα από εισηγήσεις του αρμοδίου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και της οικείας οργάνωσης αναπήρων και θυμάτων πολέμου:

α) οι ανάπηροι και τα θύματα πολέμου και

β) από τους αναπήρους ειρηνικής περιόδου, που υπάγονται στο ν.1370/1944, μόνο αυτοί που φέρουν αναπηρία μεγαλύτερη από 80%.

γ) Οι αγωνιστές εθνικής αντίστασης (βάσει του άρθρου 12 ν.1285/1982 και του κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντος Π.Δ.379/1983).

Ειδικά το λεκανοπέδιο Αττικής χωρίζεται σε δύο Ζώνες, εκ των οποίων στη Ζώνη Α (κέντρο Δήμου Αθηναίων ) δικαιούνται να λάβουν άδεια περιπτέρου μόνο ανάπηροι πολέμου 1940-1944 με ποσοστό αναπηρίας 100%, ενώ στη Ζώνη Β το δικαίωμα αυτό επεκτείνεται στους αναπήρους και τα θύματα πολέμου που έχουν και μικρότερο ποσοστό αναπηρίας (δηλαδή που δεν είναι 100% ανάπηροι).

Με την πάροδο όμως των ετών οι άνω κατηγορίες προσώπων που πληρούν τις προϋποθέσεις για να λάβουν άδεια περιπτέρου στη Ζώνη Α (100% ανάπηροι) έχουν λιγοστέψει και, όπως είναι εύλογο, μετά το θάνατό τους και όταν δεν υπάρχουν κληρονόμοι (που να πληρούν τις ειδικές προϋποθέσεις του άρθρου 16 Ν.Δ. 1044/1971, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 ν.1043/1980), τα περίπτερα αυτά θεωρούνται ως «εν χηρεία τελούντα» ή σχολάζοντα και καταργούνται. Αν αναλογισθεί μάλιστα κανείς ότι οι κατηγορίες προσώπων που έχουν δικαίωμα σε περίπτερο της Ζώνης Α λόγω της παρόδου του χρόνου τείνουν ολοένα και περισσότερο να εκλείψουν, τότε αντιλαμβάνεστε το μέγεθος του προβλήματος, το οποίο συνίσταται στο ότι, λόγω της ανεπαρκούς νομοθετικής πρόβλεψης, πολλοί ενοικιαστές των περιπτέρων αυτών μένουν ξαφνικά άνεργοι, διότι ο δικαιούχος της αδείας, που την έχει εκμισθώσει σ’ αυτούς για λόγους υγείας ή ηλικίας, εκλείπει και το περίπτερο καταργείται.

Στην εποχή μας, που το ποσοστό της ανεργίας είναι ανώτερο από 10%, ενώ στην περιοχή της πρωτευούσης η δηλωμένη (επίσημη) μόνο ανεργία υπερβαίνει, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΑΕΔ, κατά πολύ το ποσοστό αυτό, νομίζουμε ότι η κατάργηση των περιπτέρων που σχολάζουν δημιουργεί ένα εντονότατο κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο απαιτεί την άμεση παρέμβαση του νομοθέτη, αφού από ένα περίπτερο ζουν τουλάχιστον δύο οικογένειες (αυτή του αναπήρου-εκμισθωτή και μισθωτή).

Ως εκ τούτου προς αντιμετώπιση του οξέως αυτού κοινωνικού προβλήματος προτείνουμε τη θέσπιση διατάξεως νόμου που να προβλέπει ότι σε περίπτωση ελλείψεως αναπήρου ή θύματος πολέμου που να φέρει ποσοστό αναπηρίας 100%, τότε την άδεια αυτή δικαιούται να λάβει ανάπηρος ή θύμα πολέμου με μικρότερο ποσοστό αναπηρίας κατά συνεκτίμηση βέβαια και άλλων κοινωνικών κριτηρίων, όπως είναι π.χ. η διαρκής αναπηρία, η ανικανότητα προς εργασία, η μακροχρόνια ανεργία, το μέγεθος των οικογενειακών βαρών, η έλλειψη άλλων οικονομικών πόρων κλπ.

Εξάλλου ανάλογη διάταξη υπάρχει ήδη στη νομοθεσία στο άκρως συγγενές θέμα των αδειών πωλήσεως καπνοβιομηχανικών προϊόντων και ειδών μονοπωλίου. Κατά το νόμο δικαίωμα να λάβουν τέτοια άδεια έχουν κατ’ αρχήν κατά σειρά προτιμήσεως οι ανάπηροι και τα θύματα ειρηνικής περιόδου ν.1370/1944 «περί ρυθμίσεως αναπηρικών ζητημάτων», που ασκούν ή επιθυμούν να ασκήσουν το επάγγελμα του καπνοπώλη εντός κλειστών χώρων (άρθρο 10 παρ. 1 ΝΔ 1044/1971, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 ν.1043/1981). Επιπλέον όμως το ως άνω άρθρο στην παράγραφο 2 αυτού ορίζει ότι κατ’ εξαίρεση, σε περίπτωση που δεν υφίστανται πρόσωπα που να δικαιούνται την άδεια αυτή, επειδή δεν εμπίπτουν σε μια από τις ανωτέρω κατηγορίες, επιτρέπεται η χορήγηση τέτοιων αδειών και σε ιδιώτες, κατά προτίμηση σε αυτούς που φέρουν κατά συνεκτίμηση διαρκή αναπηρία,ανικανότητα προς εργασία και μεγαλύτερα οικογενειακά βάρη. Και ότι οι άδειες που χορηγούνται σε ικανούς προς εργασία ιδιώτες είναι προσωρινές, ανακαλούμενες σε περίπτωση που εμφανιστεί κάποιο πρόσωπο, που ανήκει στις παραπάνω προστατευόμενες κατηγορίες (άρθρο 10 παρ. 2 ΝΔ 1044/1971, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 ν.1043/1981). Πιστεύουμε λοιπόν πως στα πλαίσια του κοινωνικού Κράτους Δικαίου μια τέτοια ρύθμιση, που δεν θα οδηγεί σε καταργήσεις θέσεων εργασίας στο κέντρο των Αθηνών και άλλων μεγάλων πόλεων, αλλά αντιθέτως θα φροντίζει για τη μη κατάργησή τους και την προστασία των αναπήρων, θυμάτων πολέμου και ειρηνικής περιόδου με μικρότερο ποσοστό αναπηρίας όχι μόνο είναι σκόπιμη, αλλά και κοινωνικά επιβεβλημένη. Επειδή τα περίπτερα είναι αρκετές χιλιάδες σε όλη την επικράτεια, σε περίπτωση ελλείψεως αναπήρου ή θύματος πολέμου και ειρηνικής περιόδου, προτείνουμε να συνεχίζεται η εκμετάλλευση του περιπτέρου και το αντίτιμο του μισθώματος να καταβάλλεται:

· Υπέρ της Εθνικής Άμυνας της χώρας.

· Υπέρ των ατόμων με ειδικές ανάγκες.

· Όπου αλλού κρίνει σκόπιμο η Πολιτεία.

Παραλλήλως όμως πρέπει να ρυθμιστεί και το θέμα της τύχης των μισθώσεων των περιπτέρων, η χρονική διάρκεια των οποίων (τριετία) δεν έχει παρέλθει κατά το θάνατο του αρχικού δικαιούχου των περιπτέρων και την παραχώρηση της άδειας σε νέο δικαιούχο με αναπηρία μικρότερη από 100% κατά τα άνω. Διότι αν το θέμα μείνει αρρύθμιστο υπάρχει ο μεγάλος κίνδυνος να εμφανιστεί το φαινόμενο οι νέοι δικαιούχοι των περιπτέρων να ζητούν μεγάλα χρηματικά ποσά («αέρα») από τους παλαιούς μισθωτές, που εξακολουθούν να έχουν την εκμετάλλευση του περιπτέρου, προκειμένου να τους εκμισθώσουν εκ νέου ή να παρατείνουν τη μίσθωση του περιπτέρου.

Σημειώνουμε ότι στις περιπτώσεις που λήγει η (κατά νόμων τριετούς διάρκειας) μίσθωση του περιπτέρου και ο μισθωτής ενδιαφέρεται να παρατείνει (ανανεώσει) τη μίσθωση, συνάπτοντας νέα σύμβαση με τον δικαιούχο του περιπτέρου, ο νομοθέτης έχει παρέμβει, προκειμένου να αποτρέψει ενδεχόμενες παράνομες συναλλαγές και απειλές εκ μέρους των εκμισθωτών και για να προστατέψει τους παλαιούς μισθωτές που έχουν επενδύσει σημαντικά χρηματικά ποσά στο περίπτερο που μίσθωσαν. Συγκεκριμένα το άρθρο 5 της κοινής υπουργικής απόφασης υπουργών Εθνικής Άμυνας, Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Δικαιοσύνης προβλέπει ότι ο μισθωτής του περιπτέρου, του οποίου η σύμβαση λήγει, μπορεί με δήλωσή του προς τον εκμισθωτή, που υποβάλλεται τουλάχιστον τέσσερις μήνες πριν τη λήξη της μίσθωσης, να δηλώσει ότι επιθυμεί την παράταση της μίσθωσης. Η δήλωση Δε αυτή είναι δεσμευτική για τον εκμισθωτή, υπό την έννοια ότι αυτός δεσμεύεται να το εκμισθώσει και πάλι στον παλαιό μισθωτή, εφόσον βέβαια δεν θέλει να το ιδιοχρησιμοποιήσει ή δεν έχει πραγματική προσφορά μεγαλύτερου μισθώματος από τρίτο ενδιαφερόμενο να το μισθώσει.

Πιστεύουμε ότι μια ανάλογη ρύθμιση είναι απαραίτητο να συνοδεύει και την πρόταση που υποβάλαμε ανωτέρω, δηλαδή να ισχύει και στις περιπτώσεις που αναλαμβάνει το περίπτερο νέος δικαιούχος λόγω θανάτου του αρχικού αναπήρου.

Δίκαιο θα ήταν επομένως να ορισθεί ότι ο νέος δικαιούχος του περιπτέρου, που λαμβάνει άδεια μετά το θάνατο του αρχικού δικαιούχου, δεσμεύεται να συνάψει σύμβαση εκμισθώσεως με τον παλαιό μισθωτή, αν ο τελευταίος εντός τεσσάρων μηνών προ της λήξεως της μισθώσεως (δηλ. της τριετούς κατά νόμων διάρκειάς της) δηλώσει εγγράφως στο νέο δικαιούχο του περιπτέρου ή στην οικεία Νομαρχία τη βούλησή του να συνεχίσει την εκμετάλλευση του περιπτέρου. Ο νέος δικαιούχος βέβαια δεν δεσμεύεται από τη δήλωση αυτή αν θέλει να ιδιοχρησιμοποιήσει το περίπτερο και πράγματι πράξει τούτο ή αν τρίτος του προσφέρει μίσθωμα μεγαλύτερο από το προσφερόμενο από τον παλαιό μισθωτή.

Για την αποφυγή όμως εικονικών προσφορών από τρίτους, που θα καταστούσαν τη διάταξη αυτή αναποτελεσματική, θα πρέπει επίσης να οριστεί [όπως έχει ήδη προβλεφθεί για τις συνήθεις παρατάσεις των μισθώσεων χωρίς μεταβολή του προσώπου του δικαιούχου περιπτέρου (εκμισθωτή) -άρθρο 6 της ως άνω κοινής υπουργικής απόφασης] ότι προσφορά μισθώματος από τρίτον που υπερβαίνει το ποσοστό 20% του ήδη καταβαλλομένου μισθώματος για μισθώματα από 20.001 δρχ. και πάνω και 30% για μισθώματα από 10.000-20.000 δρχ. θεωρείται κατά τεκμήριο εικονική, δεν λαμβάνεται υπόψη και συνεπώς ο νέος δικαιούχος του περιπτέρου δεσμεύεται να εκμισθώσει το περίπτερο στον παλαιό μισθωτή.

Συνοψίζοντας προτείνουμε :

α. Για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, αποφυγής καταργήσεως πολλών θέσεων εργασίας και συνακόλουθα αυξήσεως της ανεργίας πρέπει να ρυθμιστεί νομοθετικά το ζήτημα της τύχης των περιπτέρων που μένουν αδιάθετα ελλείψει προσώπων που πληρούν τις ισχύουσες προϋποθέσεις του νόμου για να τα διεκδικήσουν και να καθορισθεί ότι δικαιούχοι δεν είναι μόνο ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας 100%, αλλά και ανάπηροι και θύματα πολέμου με μικρότερο ποσοστό αναπηρίας, συνεκτιμωμένων και άλλων κοινωνικών κριτηρίων (ποσοστό αναπηρίας, διαρκής αναπηρία, οικογενειακά βάρη, μακροχρόνια ανεργία, έλλειψη άλλων οικονομικών πόρων κλπ.)

β. Για την αποφυγή παράνομων συναλλαγών μεταξύ αφενός των νέων δικαιούχων, που θα αποκτήσουν τα σχολάζοντα περίπτερα ή θα αποκτούν στο μέλλον περίπτερα λόγω ελλείψεως αναπήρων με αναπηρία 100%, και αφετέρου των παλαιών μισθωτών, κρίνουμε ότι είναι σκόπιμο να δεσμεύεται ο νέος δικαιούχος να εκμισθώσει στον παλαιό μισθωτή το περίπτερο που του παραχωρείται, εκτός αν πρόκειται να το ιδιοχρησιμοποιήσει ή αν έχει προσφορά από τρίτον ενδιαφερόμενο με ανώτερο μίσθωμα από αυτό που του προσφέρει ο παλαιός μισθωτής κατά τους προαναφερθέντες περιορισμούς.

Συνοψίζοντας Ζητάμε:

1. Κατοχύρωση επαγγελματικής μίσθωσης: ότι ισχύει για όλους τους επαγγελματίες και όχι τριετές συμβόλαια χωρίς καμία κατοχύρωση.

2. Τροποποίηση της κοινής Υπουργικής απόφασης Φ. 433.531/300030 της 17 / 7 16.9.1969, που προβλέπει τις διαστάσεις των περιπτέρων. Δεν μπορούμε πλέον να λειτουργήσουμε με τα δεδομένα της δεκαετίας του 60 που προβλέπουν μέχρι και σήμερα 1,95τμ

3. Τροποποίηση του 1563/1985, που προβλέπει αναπροσαρμογή του μισθώματος 20%, ενώ σήμερα ο τιμάριθμος κυμαίνεται στο 2,5% .

4. Κατάργηση του 143/1980, που προβλέπει την κατάργηση θέσης του περιπτέρου σε περίπτωση που δεν υπάρχει ανάπηρος που να πληροί τις προϋποθέσεις για να του χορηγηθεί το περίπτερο. Αν συνεχίσει να είναι σε ισχύ τότε, σταδιακά τα περίπτερα θα εκλείψουν.

5. Κατοχύρωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων κατά την αποχώρησή μας από το περίπτερο, βάσει του 2238/94

6. Να αναθεωρηθεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς και το μέλλον των περιπτέρων, από τη στιγμή που όλοι γνωρίζουμε πως τα περίπτερα έχουν χορηγηθεί σε αναπήρους και θύματα πολέμου, που τείνουν να εκλείψουν.

Σας ευχαριστούμε εκ των προτέρων και πιστεύουμε πως θα ασχοληθείτε με τα προβλήματά μας.

Μετά τιμής

Ο Πρόεδρος Ο Γραμματέας

Νικόλαος Παλιογιάννης Αυγουστής Σπίνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ

ΑΘΗΝΑ, ΑΤΤΙΚΗ, Greece