Σάββατο 8 Μαΐου 2010

Για να θυμούνται οι παλαιότεροι & και να μαθαίνουν οι νέοι

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ "Ι.Κ. ΒΕΛΛΙΔΗΣ"
ΚΥΡΙΑΚΗ
18
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1996
Η πρώτη Ελληνική Εφημερίδα στο Internet

Οικονομικά
ΕΝΩ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΔΙΟΓΚΩΝΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΧΑΡΑΞΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΘΑ ΤΟΝΩΘΕΙ Η ΚΑΠΝΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

ΑΘΗΝΑ, 17.- Αν δεν υπήρχε ο καπνός, δεν θα ήτο δυνατόν να αντιμετωπισθεί το δημογραφικό πρόβλημα, το οποίο προέκυψε μετά την Μικρασιατική συμφοράν. Ο εποικισμός της Μακεδονίας και της Θράκης κατά το 1922 στηρίχθη μόνον εις τον καπνόν". Αυτά διαβάζουμε στα πρακτικά της βουλής -της συνεδρίασης της 18ης Απριλίου 1946- και αμέσως γίνεται αντιληπτό το ειδικό βάρος του "κυκλώματος" του καπνού (παραγωγή - εμπορία - επεξεργασία - μεταποίηση) για την ελληνική οικονομία και για την περιφερειακή ανάπτυξη.

Πολύ πρόσφατα (1954) το 50% σε αξία των συνολικών εξαγωγών της χώρας (151.000.000 δολάρια) προερχόταν από τον καπνό. Σήμερα, πολύ νερό έχει κυλήσει πια στο αυλάκι και από όλες τις πλευρές αυτού του κυκλώματος εκφράζονται ανησυχίες για το ποιό θα μπορούσε να είναι το μέλλον του καπνού.

Η αναδιάρθρωση μετά το 1992 της κοινής αγροτικής πολιτικής (ΚΑΠ) υποχρεώνει σκόπιμα τους Ελληνες καπνοπαραγωγούς σε οδυνηρές καμιά φορά αναδιαρθρώσεις (ή ακόμα και εγκατάλειψη της καλλιέργειας), οι ελληνικές εταιρίες εμπορίας και επεξεργασίας δυσκολεύονται σαφώς περισσότερο σε σχέση με το παρελθόν να τοποθετήσουν τον εγχώριο καπνό στις διεθνείς αγορές (καθώς τα παγκόσμια αποθέματα παραμένουν πολύ υψηλά και οι διεθνεις τιμές τείνουν να πέσουν), ενώ οι ελληνικές καπνοβιομηχανίες εδώ και καιρό δέχονται την επίθεση των εισαγόμενων τσιγάρων και αναζητούν ως μόνη διέξοδο το ίδιο "νόμισμα", τις εξαγωγές.

ΟΙ ΑΝΤΙΚΑΠΝΙΣΤΕΣ

Ομως, το πρόβλημα δεν έχει μόνο οικονομική διάσταση. Η νομοθεσία -αλλά και η κοινωνική συμπεριφορά- τόσο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όσο και στις ΗΠΑ γίνεται σταδιακά όλο και πιο αυστηρή (π.χ. ολικός αποκλεισμός των καπνιστών από τους δημόσιους χώρους ή εξοβελισμός τους από ιδιωτικές εταιρίες), στο πλαίσιο της ογκούμενης αντικαπνιστικής εκστρατείας και της επικράτησης νέων αντιλήψεων για την υγεία. Το θέμα πλέον αφορά άμεσα επίσης τις διαφημιστικές εταιρίες και τα μέσα ενημέρωσης, αφού η ολική ή μερική απαγόρευση των διαφημίσεων τσιγάρων και λοιπών προϊόντων καπνού περιορίζει δραματικά τα έσοδα και των μεν και των δε. Αρα, το ζήτημα έχει πια αναχθεί σε μείζον πρόβλημα με πολιτικές, κοινωνικές, ακόμα και... φιλοσοφικές διαστάσεις "επιτρέπεται ή όχι να τίθενται απαγορεύσεις στη γκάμα των επιλογών των ατόμων;" είναι το βασικό ερώτημα που έχει έρθει στο προσκήνιο του δημόσιου διαλόγου σε πολλές χώρες. Αν το θέμα σε άλλες χώρες έχει περισσότερο πολιτική ή ιδεολογική φόρτιση, στην Ελλάδα έχει "χτυπήσει καμπανάκι" για οικονομικούς, κυρίως λόγους, αφού τα συμφέροντα -αγροτών και επιχειρηματιών- είναι μεγάλα. Προς το παρόν, η κατάσταση δεν έχει φθάσει σε δραματικό βαθμό, όμως εκφράζονται ανησυχίες πως αν δεν υπάρξει άμεσα συνδυασμένη δράση όλων των πλευρών του "καπνικού τετραγώνου" (κράτος - αγρότες - έμποροι - βιομήχανοι) -στο πλαίσιο έστω και μιας στοιχειώδους διεπαγγελματικής δομής που θα ισχυροποιήσει τη διαπραγματευτική δύναμή τους- με τη συνεπικούρηση άλλων ομάδων και φορέων (από τον χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης της διαφήμισης και των ΑΕΙ), θα υπάρξουν μεγαλύτερα προβλήματα. Αυτό στην πράξη, συμφωνούν όλες οι πλευρές, σημαίνει διαρκή κρατική στήριξη του αγροτικού σκέλους, διαρκή εκσυγχρονισμό των ντόπιων καπνοβιομηχανιών (ώστε να παράγουν νέα τσιγάρα πραγματικά μειωμένης περιεκτικότητας σε πίσσα και νικοτίνη, τα οποία ζητούνται όλο και πιο πολύ από τους καταναλωτές αλλά και επιβάλλονται από κοινοτική οδηγία του 1988), καθώς και διαρκή αντεπίθεση κατά της αντικαπνιστικής εκστρατείας.

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ

Οσον αφορά τους Ελληνες καλλιεργητές, βασικό πρόβλημά τους αποτελεί το μικρό μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, καθώς ένα όχι ευκαταφρόνητο τμήμα τους -κυρίως με ποικιλίες Βιρτζίνια και Τσεμπέλια- είναι πια μη βιώσιμο λόγω των νέων ρυθμίσεων της ΚΑΠ και των δανειακών υποχρεώσεων προς την Αγροτική Τράπεζα, που στο μεταξύ έχουν συσσωρευθεί ως συνέπεια των αναγκαίων επενδύσεων.

Επίσης η ποιότητα των ελληνικών καπνών παραμένει πολύ χαμηλότερη αυτής που θα μπορούσε να είναι (δημιουργώντας έτσι προσκόμματα στην προώθηση του προϊόντος στο εξωτερικό σε καλή τιμή), οι κλήροι είναι συχνά μικροί, πολλοί αγρότες επιβαρύνονται με ψηλό ενοίκιο, επειδή η γη δεν είναι δική τους, ενώ τα εφόδια και τα λοιπά υλικά είναι σχετικά ακριβά.

Το υπουργείο γεωργίας πάντως αισιοδοξεί πως τα επόμενα χρόνια θα υπάρξουν καλύτερες μέρες για τους καπνοκαλλιεργητές της χώρας. Καταρχήν στηρίζει την αισιοδοξία του στην εκτίμηση ότι οι ανταγωνίστριες χώρες δεν θα αποτελέσουν ουσιαστική απειλή, με το σκεπτικό ότι οι μεν χώρες της Ανατολικής Ευρώπης δεν θα κατορθώσουν να εξάγουν μαζικά τα δικά τους καπνά και τσιγάρα (αντίθετα θα απορροφούν όλο και περισσότερο τα ελληνικά), ενώ οι άλλες μεγάλες περιοχές - παραγωγοί, όπως η Κίνα, η Νοτιοανατολική Ασία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ζιμπάμπουε, δεν θεωρείται πως θα μπορέσουν να υποκαταστήσουν τις ελληνικές ανατολικές ποικιλίες.

ΟΙ ΕΜΠΟΡΟΙ

Οσον αφορά τους εμπόρους καπνού προς το παρόν αντιμετωπίζουν προβλήματα στην προώθηση ακατέργαστου καπνού, επειδή υπάρχει υπερπροσφορά σε χαμηλές τιμές των τουρκικών καπνών, ενώ παράλληλα έχει σημειωθεί μείωση των εισαγωγών των Ηνωμένων Πολιτειών, λόγω των εκεί αντικαπνιστικών μέτρων αλλά και δυναμική είσοδος των βραζιλιάνικων καπνών σε παραδοσιακές αγορές για τις ελληνικές εξαγωγές. Για τα επόμενα χρόνια η κυβέρνηση σχεδιάζει μια πολιτική ενίσχυσης των καλλιεργητών που θα συνίσταται σε κίνητρα και άλλες παρεμβάσεις για βελτίωση της ποιότητας και μετατροπή των ποικιλιών καπνού (π.χ. μεταπήδηση από Βιρτζίνια σε ποικιλία Κατερίνης), έτσι ώστε να μην προκύπτουν επιπλέον επιβαρύνεις για την Κοινότητα. Συζητείται, ακόμα, σύμφωνα με τον υφυπουργό γεωργίας κ. Αλέξανδρο Μπαλτά (όπως ανακοίνωσε σε πρόσφατο συνέδριο στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή Θεσσαλονίκης για τον καπνό), η δημιουργία "Τράπεζας ποσοστώσεων", μια πρωτοβουλία που η κυβέρνηση δεν θεωρεί ότι αντίκειται στην ενιαία κοινοτική πολιτική και η οποία συνίσταται από τη μία στην παροχή αντικινήτρων -ή παροχή κινήτρων- σε υπερήλικες και ετεροεισοδηματίες καλλιεργητές προκειμένου να αποχωρήσουν και από την άλλη σε επιβολή εισφοράς στην "Τράπεζα" απ' αυτούς τους καλλιεργητές που θα μοιρασθούν τις πλεονάζουσες ποσότητες, όντας πια βιώσιμοι.

Θετικά εξετάζεται και η περίπτωση να ρυθμιστούν τα χρέη των καλλιεργητών προς την ΑΤΕ, ώστε να γίνουν βιώσιμοι μεσοπρόθεσμα, ενώ προτείνεται και η οργάνωση μονάδων μικρότερων και πιο ευέλικτων από τις υπάρχουσες που θεωρούνται ογκώδεις. Στον κρατικό προγραμματισμό περιλαμβάνεται ακόμα η παροχή κινήτρων για συγκαλλιέργεια και η έκταση της ενημέρωσης και του διαλόγου με τους αγρότες, προκειμένου να πεισθούν οι τελευταίοι ακόμα περισσότερο για την αναγκαιότητα βελτίωσης της ποιότητας και περιορισμού του κόστους των προϊόντων τους. Από την πλευρά της η κυβέρνηση τάσσεται υπέρ μιας συνεχούς προσπάθειας να πεισθούν οι Βρυξέλλες πως ο καπνός δεν πρέπει να αποτελεί "μαύρο πρόβατο" στην Ευρωπαϊκή ενωση πολύ περισσότερο για μια χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου αποτελεί "εθνικό προϊόν".

ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

Θετικό στοιχείο μπορεί να χαρακτηρισθεί το γεγονός πως, αντίθετα με κάποια άλλα γεωργικά προϊόντα, η συμφωνία της ΓΚΑΤΤ για τη φιλελευθεροποίηση του διεθνούς εμπορίου δεν έθιξε ουσιαστικά τις αρχές της κοινοτικής αγοράς καπνού, αφού επιτρέπεται ακόμα στους καπνοπαραγωγούς της Κοινότητας η διατήρηση της στήριξης του εισοδήματός τους μέσω της συνέχισης της παροχής πριμ. Σημειωτέον ότι το 1993 οι εισροές στη χώρα μας από την Ευρωπαϊκή Ενωση για την προστασία των αγορών καπνού και τη στήριξη των τιμών έφθασαν τα 144 δισ. δρχ., ενώ σύμφωνα με έγκυρη έρευνα την πρώτη δεκαετία της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ η συνολική εισροή κονδυλίων για τον καπνό έφθασε το 21% των συνολικών κοινοτικών εισροών για γεωργικά προϊόντα (σήμερα η στήριξη του καπνού από την Κοινότητα ανέρχεται περίπου σε 60-65% της αξίας της εγχώριας καπνοπαραγωγής).

Αν και δεν υπάρχει αμφισβήτηση πως η αναθεώρηση της ΚΑΠ μετά το 1992 και οι περιοριστικοί όροι της (μειωμένες ποσοστώσεις για τα ελληνικά καπνά, κατάργηση της παρέμβασης και των επιστροφών εξαγωγών, μετατροπή των πριμοδοτήσεων, μέτρα προσανατολισμού της παραγωγής) θα έχει αρνητικές συνέπειες για καπνοπαραγωγούς και καπνεμπόρους, γίνεται γενικά παραδεκτό πως αν η ελληνική καπνοπαραγωγή θέσει ως πρώτο στόχο και επιτύχει τελικά την βελτίωση του προϊόντος της, θα εξασφαλισθεί μακροπρόθεσμα, αφού δεν της λείπουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα.

Οι ανταγωνίστριες χώρες - που παράγουν και αυτές καπνά ανατολικού τύπου - δεν μπορούν να αξιοποιήσουν τα κοινοτικά κονδύλια για βελτίωση του προϊόντος τους, ενώ η Ελλάδα είναι η μόνη κοινοτική χώρα που παράγει αυτόν τον καπνό (και μάλιστα ποικιλιών, όπως Κατερίνης και Μπασμά, που ζητούνται στις διεθνείς αγορές).

Η ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΝΟΥ

Από πολλές πλευρές ασκούνται πιέσεις για να μειωθεί η φορολογία στον καπνό, με το επιχείρημα ότι κάτι τέτοιο θα έκανε πιο φθηνό το τσιγάρο και συνεπώς, τονώνοντας τη ζήτησή του, θα ενίσχυε τις πωλήσεις των ελληνικών καπνοβιομηχανιών και έμμεσα θα ωφελούσε τους παραγωγούς. Προς το παρόν όμως η κυβέρνηση δεν φαίνεται διατεθειμένη να κάνει κάτι τέτοιο, αφού δεν θέλει να διακυβεύσει τα τεράστια δημόσια έσοδα από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα τσιγάρα.

Το 1996 οι συνολικοί φόροι επί του καπνού (συνίστανται κατά 20% από τον ΦΠΑ και κατά 80% από τον ΕΦΚ) προβλέπεται από τον φετινό προϋπολογισμό ότι θα φθάσουν τα 653 δισ. δρχ. (8,1% των συνολικών φορολογικών εσόδων, ποσοστό κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητο, που δείχνει ανάγλυφα τη σημασία του καπνού και για τα δημόσια οικονομικά).

Σημειωτέον ότι η φορολογία του καπνού στην Ελλάδα - επιβλήθηκε για πρώτη φορά το 1983 - είναι αναλογικά χαμηλότερη από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και αγγίζει το ελάχιστο όριο που επιβάλλουν οι κοινοτικές οδηγίες. Παρόλα αυτά η φορολογία στην Ελλάδα αποτελεί κατά μέσο όρο το 70% περίπου της λιανικής τιμής πώλησης των πακέτων τσιγάρων.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ

Η αξία της ετήσιας συνολικής μικτής παραγωγής των Ελλήνων καπνοπαραγωγών (9,5% του ενεργού αγροτικού πληθυσμού) αντιστοιχεί στο 1% του ΑΕΠ της χώρας και από αυτήν την παραγωγή το 85-90% εξάγεται (το υπόλοιπο 10-15% απορροφούν οι εγχώριες βιομηχανίες τσιγάρων). Η Ελλάδα είναι, σύμφωνα με τους διεθνείς οργανισμούς, η όγδοη μεγαλύτερη καπνοπαραγωγός χώρα στον κόσμο (παράγει το 2% της παγκόσμιας παραγωγής) και η πέμπτη μεγαλύτερη εξαγωγέας (με 7% των παγκόσμιων εξαγωγών).

Ο καπνός αντιστοιχεί στο 16,5% των συνολικών εσόδων από εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, καθώς και στο 3% των συνολικών εξαγωγών της χώρας. Η αξία των εξαγωγών καπνού είναι πολύ μεγαλύτερη από την αξία εξαγωγών των νωπών φρούτων και του ελαιολάδου. Η κυριότερη χώρα απορρόφησης των εγχώριων καπνών είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες (κυρίως ανατολικού τύπου που χρειάζονται από τις αμερικανικές καπνοβιομηχανίες για ειδικά "χαρμάνια"), ενώ πλέον η Ιαπωνία απορροφά όλο και περισσότερο ελληνικά "ανατολικά" καπνά και μάλιστα σε πολύ καλές τιμές. Από τις κοινοτικές χώρες μεγαλύτερος αγοραστής είναι η Γερμανία, η οποία μάλιστα επανεξάγει ένα μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών καπνού από την Ελλάδα.

Υπολογίζεται ότι αν ληφθούν υπόψη τα μέλη των οικογενειών των καπνοπαραγωγών, συνολικά με την καλλιέργεια και τη χωρική επεξεργασία καπνού απασχολούνται στη χώρα μας 210.000 άτομα, στα οποία πρέπει να προστεθούν κάπου 13.000 άτομα που ασχολούνται στην εμπορία και τη μεταποίηση, αλλά και δεκάδες χιλιάδες περιπτεριούχοι, οι οποίοι δημιουργούν τα δύο τρίτα περίπου των εισοδημάτων τους από τις πωλήσεις τσιγάρων, άρα είναι λίγο - πολύ εξαρτημένοι από την τύχη του καπνού.

Αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι ο καπνός καλλιεργείται κυρίως σε περιοχές όπου πλεονάζει η εργατική δύναμη (συγκρατείται έτσι η μετανάστευση) και όπου υπάρχουν μικρότερα ή μεγαλύτερα προβλήματα ανάπτυξης (έλλειψη επενδύσεων, ανεπάρκεια βιομηχανικής υποδομής, τουριστική υπανάπτυξη, ορεινό ή ημι-ορεινό έδαφος, ιδιομορφίες συχνά λόγω του μεθοριακού χαρακτήρα τους). Περιοχές, όπως η Αιτωλοακαρνανία (που διαθέτει το μεγαλύτερο αριθμό εκμεταλλεύσεων καπνού, περίπου 47% του συνόλου), έχουν αποδείξει πως είναι ιδιαίτερα ασταθείς και οικονομικά ευαίσθητες σε μεταβολές της αγοράς καπνού.

Ο κύριος όγκος καπνοπαραγωγής, εκτός από την Αιτωλοακαρνανία, βρίσκεται στη Μακεδονία (κυρίως στην Πιερία) και στη Θράκη (Ροδόπη και Ξάνθη). Οσον αφορά τις ποικιλίες, με την καλλιέργεια του Μπασμά απασχολείται το 39% των καπνοπαραγωγών (33% της συνολικής έκτασης), με την ποικιλία Κατερίνη το 16% των καλλιεργητών (19% των εκτάσεων), με τα καπνά Βιρτζίνια 9% των καλλιεργητών (17% των εκτάσεων), ενώ μικρότερες εκτάσεις καλλιεργούνται με άλλες ποικιλίες (Μπέρλε, Ελασσόνα, Τσεμπέλια κλπ.).

Σημειωτέον, ότι οι πιο προσοδοφόρες ποικιλίες είναι τα Βιρτζίνια, Μπέρλε και Κατερίνης. Αντίθετα, προβληματικές θεωρούνται οι ποικιλίες Μπέρλε και Μαύρα. Η Ελλάδα παράγει το 39% της κοινοτικής παραγωγής (όσο και η Ιταλία), όμως ο ελληνικός καπνός συμμετέχει με 45% στην τελική αξία της καπνικής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ενωση (έναντι 34% του ιταλικού). Οι Ελληνες καπνοπαραγωγοί αποτελούν το 46% του συνόλου των καπνοπαραγωγών στην Κοινότητα και καλλιεργούν το 43% των κοινοτικών εκτάσεων (η παραγωγή των άλλων ευρωπαϊκών κρατών είναι υποτυπώδης).

Η ΚΑΠΝΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Οι έξι αμιγείς εγχώριες καπνοβιομηχανίες επένδυσαν τα τρία τελευταία χρόνια 15 δις δρχ. για να μπορέσουν να εκσυγχρονισθούν, ώστε αφενός να προσφέρουν τσιγάρα που ζητούνται από τους Ελληνες καταναλωτές όλο και περισσότερο (τα λεγόμενα "American blend" που είναι ελαφρύτερα από τα παραδοσιακά ελληνικά τσιγάρα) και αφετέρου να αντέξουν τον "ακήρυκτο" πόλεμο τιμών των ξένων πολυεθνικών που εισάγουν τσιγάρα στην Ελλάδα (όταν δεν τα παρασκευάζουν επιτόπια μετά από συμφωνία με ελληνική εταιρία) ακόμα και με ζημιογόνες κατ' αρχήν για αυτές τιμές, προκειμένου να εκτοπίσουν τις ελληνικές μάρκες (οι τελευταίες, επιπρόσθετα, δύσκολα μπορούν να αντιμετωπίσουν τις πολυδάπανες διαφημιστικές καμπάνιες των ξένων σημάτων).

Ο αγώνας δρόμου των εγχώριων βιομηχανιών συνίσταται στην προσπάθειά τους να προσαρμοσθούν παραγωγικά ώστε να ικανοποιήσουν στην εσωτερική αγορά τη ζήτηση για ελαφρά τσιγάρα (γενικά πάντως η ζήτηση τσιγάρων στην Ελλάδα φθίνει σιγά αλλά σταθερά).

Από την άλλη, με στόχο να αντιστρέψουν στη τάση μείωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς τους (στην Ευρώπη κυρίως), επιχειρούν πλέον να διεθνοποιήσουν αποφασιστικά την παρουσία τους, κάτι που ήδη το έχουν πετύχει σε μεγάλο βαθμό, στις αγορές της ανατολικής Ευρώπης, των Βαλκανίων και της Ρωσίας (όμως και εκεί σύντομα θα έχουν να κάνουν με τους πολυεθνικούς "γίγαντες" και προβλέπεται νέα σκληρή μάχη επιβίωσης). Πέρυσι, με βάση στοιχεία του πρώτου εξάμηνου, όσον αφορά τις ελληνικές και μόνο επιχειρήσεις, τα μερίδια αγοράς κατανεμήθηκαν ως εξής: Παπαστράτος 41%, Καρέλιας 27%, ΣΕΚΑΠ 18%, Εθνος - Κεράνης 8%, ενώ ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά η Γεωργιάδης ΑΕ και η Sante.

Το 40% περίπου των παραγομένων τσιγάρων στην Ελλάδα εξάγεται στο εξωτερικό. Η ελληνική αγορά τσιγάρων (ξένων και εγχώριων) κινείται κατά προσέγγιση στο επίπεδο των 30 δις τεμαχίων ετησίως. Τα ελληνικά τσιγάρα με ελληνικά σήματα καλύπτουν περίπου το 43% της εγχώριας κατανάλωσης, τα παραγόμενα στην Ελλάδα τσιγάρα με ξένα σήματα το 26% και τα εισαγόμενα τσιγάρα το 31% περίπου (συνεπώς συνολικά τα ξένα σήματα κινούνται στο 57% με διαρκώς ανοδική τάση).

Σήμερα το 1/4 περίπου των ελληνικών τσιγάρων είναι "American blend" (τα πρώτα ελληνικά τσιγάρα αυτού του είδους εμφανίσθηκαν δειλά στη δεκαετία του '60, αλλά εξαπλώθηκαν μαζικά μετά το 1980) ενώ με αμιγώς ελληνικά καπνά παρασκευάζεται πλέον μόνο το 1/5 των εγχώριων τσιγάρων. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα τελευταία τρία χρόνια το μερίδιο των ελαφρών τσιγάρων (ντόπιων και εισαγόμενων) αυξήθηκε από 20% σε 30%. Αν και ο κλάδος καπνού - τσιγάρων παραμένει πάντα πλεονασματικός όσον αφορά τις συναλλαγές με το εξωτερικό, καθώς οι εξαγωγές τσιγάρων είναι υπερδιπλάσιες των εισαγωγών, οι προβλέψεις είναι μάλλον δυσοίωνες, αφού οι πρώτες (εξαγωγές) αυξάνονται με σαφώς μικρότερο ρυθμό (20% ετησίως) από τις εισαγωγές (32%).

Το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών προέρχεται από την Ευρώπη, ενώ οι εξαγωγές κατευθύνονται σε ποσοστό πάνω από 70% προς εξωκοινοτικές χώρες।

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ

ΑΘΗΝΑ, ΑΤΤΙΚΗ, Greece