Τετάρτη 26 Μαΐου 2010

ΝΟΜΟΣ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΝΤΟΛΗΣ Δ.Ν.Τ &ΛΟΙΠΩΝ

ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ - ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

ΜΕΤΡΑ ΠΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΤΗΣ ΖΩΝΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

«ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΖΩΝΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ» Άρθρο Πρώτο Μηχανισμός Στήριξης της Ελληνικής Οικονομίας Με την Δήλωση των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων της Ζώνης του Ευρώ που δημοσιοποιήθηκε στις Βρυξέλλες την 25η Μαρτίου 2010 και προσαρτάται στον παρόντα νόμο ως Παράρτημα I, αποφασίστηκε για την οικονομική και την δημοσιονομική σταθερότητα της ευρωζώνης, η δημιουργία μηχανισμού στήριξης. Με την Δήλωση για την στήριξη της Ελλάδας από τα κράτη - μέλη της Ζώνης του Ευρώ που δημοσιοποιήθηκε στις Βρυξέλλες την 11η Απριλίου 2010 και προσαρτάται στον παρόντα νόμο ως Παράρτημα II στην αγγλική γλώσσα, και σε μετάφραση της στην ελληνική γλώσσα, αποφασίστηκε η ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης της παραγράφου 1 με την κατάρτιση κοινού προγράμματος από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τις Ελληνικές αρχές. Για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης που συγκροτήθηκε σύμφωνα με τις Δηλώσεις των προηγουμένων παραγράφων, καταρτίστηκε από το Υπουργείο Οικονομικών με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σχέδιο προγράμματος (Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής ) το οποίο με επιστολές του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Τραπέζης Ελλάδος διαβιβάστηκε, αφενός προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου των Υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και αφετέρου προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το σχέδιο προγράμματος προσαρτάται στον παρόντα νόμο ως Παραρτήματα III και IV, στην ελληνική γλώσσα. Παρέχεται στον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να εκπροσωπεί το Ελληνικό Δημόσιο και να υπογράφει κάθε μνημόνιο συνεργασίας, συμφωνία ή σύμβαση δανεισμού, διμερή ή πολυμερή, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη - μέλη της Ζώνης του Ευρώ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, προκειμένου να εφαρμοστεί το πρόγραμμα της προηγούμενης παραγράφου. Τα μνημόνια, οι συμφωνίες και οι συμβάσεις του προηγουμένου εδαφίου, εισάγονται στην Βουλή για κύρωση.

Άρθρο Δεύτερο Καθορισμός γενικού πλαισίου και εξουσιοδοτήσεις για λήψη μέτρων εφαρμογής του προγράμματος 1. α. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής, με την συμπλήρωση, την κατάργηση ή την τροποποίηση των κειμένων διατάξεων, για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος του προηγουμένου άρθρου, β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, που εκδίδεται μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, διενεργείται απογραφή του πάσης φύσεως προσωπικού στο Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ. Το προσωπικό που απογράφεται λαμβάνει τις πάσης φύσεως τακτικές ή έκτακτες αποδοχές, αποζημιώσεις και με οποιαδήποτε άλλη ονομασία αμοιβές, υποχρεωτικά μέσω τραπεζικού λογαριασμού από Ενιαία Αρχή Πληρωμής που συστήνεται με την απόφαση του προηγούμενου εδαφίου στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο ζήτημα για την συγκρότηση , οργάνωση και λειτουργία της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής, η διαδικασία απογραφής , η ένταξη των αναγκαίων στοιχείων σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων, ο χρόνος , ο τρόπος και τα όργανα απογραφής , καθώς και η ημερομηνία έναρξης της καταβολής των πάσης φύσεως αποδοχών , από την Ενιαία Αρχή Πληρωμής. Μετά την οριζόμενη από την ως άνω απόφαση ημερομηνία έναρξης καταβολής των πάσης φύσεως αποδοχών από την Ενιαία Αρχή Πληρωμής μέσω τραπεζικού λογαριασμού, απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η με διαφορετικό τρόπο καταβολή των πάσης φύσεως αποδοχών και εν γένει αμοιβών του πρώτου εδαφίου προς το προσωπικό του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ. Με όμοια απόφαση μπορεί να εντάσσεται στο σύστημα της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής και το πάσης φύσεως προσωπικό των Ο.Τ.Α. και να ρυθμίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια.

2. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του κατά περίπτωση αρμοδίου Υπουργού, λαμβάνονται έκτακτα μέτρα για την προστασία των ασθενέστερων οικονομικών στρωμάτων και των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, με στόχο την άμβλυνση των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων κατά την περίοδο εφαρμογής του προγράμματος του προηγούμενου άρθρου. Ειδικότερα, με τα παραπάνω μέτρα, λαμβάνεται μέριμνα για την αντιμετώπιση των ειδικών αναγκών των φτωχών και ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού που διαβιούν υπό μειονεκτικές κοινωνικά συνθήκες όπως η ανεργία, το γήρας, ο κοινωνικός αποκλεισμός και η απουσία εισοδήματος.

3. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, λαμβάνονται έκτακτα μέτρα για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας, την ενίσχυση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, την προστασία των καταναλωτών και την ομαλή λειτουργία των αγορών κατά την διάρκεια εφαρμογής του προγράμματος του προηγούμενου άρθρου. Κάθε επιδοτούμενος άνεργος λόγω τακτικής ή μακροχρόνιας ανεργίας, δικαιούται «επιταγή επανένταξης στην αγορά εργασίας». Η αξία της ισοδυναμεί με το δικαιούμενο ποσό επιδότησης όπως διαμορφώνεται, μειούμενο κάθε φορά μέχρι τη λήξη της τακτικής ή μακροχρόνιας επιδότησης ανεργίας. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ, καθορίζεται ο τύπος της «επιταγής επανένταξης στην αγορά εργασίας», η μορφή, το περιεχόμενο της και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με την ίδια ή όμοια απόφαση, καταρτίζονται προγράμματα εργασίας που μπορεί να συμπεριλαμβάνουν εκπαίδευση - επαγγελματική κατάρτιση με τα οποία ο ΟΑΕΔ μπορεί να επιχορηγεί επιχειρήσεις και γενικά εργοδότες του ιδιωτικού τομέα για την πρόσληψη επιδοτούμενων ανέργων, κατόχων της «επιταγής επανένταξης στην αγορά εργασίας». Στην προηγούμενη απόφαση προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η μετατροπή της κάθε φορά διαμορφούμενης αξίας της επιταγής επανένταξης στην αγορά εργασίας σε επιχορήγηση του εργοδότη και η θεσμική διασφάλιση για την αποτροπή καταχρηστικών πρακτικών. Επίσης μπορεί να προβλέπεται η συνέχιση της επιχορήγησης του εργοδότη σε ποσοστό επί των ασφαλιστικών εισφορών εργοδοτών και εργαζομένων και η διάρκεια αυτής. Αν ο προσλαμβανόμενος απολυθεί πριν από το χρόνο λήξης του δικαιώματος επιδότησης λαμβάνει το επίδομα ανεργίας για το υπόλοιπο διάστημα. Με στόχο την καταπολέμηση της ανεργίας ατόμων που βρίσκονται κοντά στο όριο συνταξιοδότησης, ο ΟΑΕΔ μπορεί να επιχορηγεί Εταιρείες Προσωρινής Απασχόλησης (Ε.Π.Α.) του άρθρου 20 του Ν. 2956/2001 (Α' 101), για την πρόσληψη επιδοτούμενων ή μακροχρόνια ανέργων ηλικίας 55 έως και 64 ετών, για εργασία στον δημόσιο τομέα όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 51 του Ν. 1892/1990 (Α' 101), με προγράμματα εργασίας που καταρτίζονται με απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ. Για εργασία στα Ν.Π.Δ.Δ. που εποπτεύονται από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, όπως προνοιακά ιδρύματα και Δομές Ψυχικής Υγείας καθώς και στον ΟΚΑΝΑ , στα Κέντρα Πρόληψης , στο ΚΕΘΕΑ και σε αντίστοιχα ιδρύματα που εποπτεύονται από τους Ο.Τ.Α. , η πρόσληψη επιδοτούμενων ή μη επιδοτούμενων ανέργων γίνεται χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ηλικιακά όρια του προηγουμένου εδαφίου και η μακροχρόνια ανεργία. Στην περίπτωση αυτή η κοινή απόφαση που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο συνυπογράφεται και από τον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Με την απόφαση του πρώτου εδαφίου καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα κριτήρια ένταξης, οι ανάγκες των φορέων του δημόσιου τομέα του προηγούμενου εδαφίου, η διάρκεια, το ποσό της επιχορήγησης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Το υπολειπόμενο κόστος που προκύπτει από την αφαίρεση του ποσού επιχορήγησης του προηγούμενου εδαφίου από συνολικό μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος, καταβάλλεται από τον έμμεσο εργοδότη στον άμεσο. Για την εφαρμογή των προγραμμάτων της παραγράφου αυτής, δεν έχει εφαρμογή η παράγραφος (γ) του άρθρου 24 του Ν. 2956/2001 (Α' 258) για μια τριετία από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Η επιλογή των ΕΠΑ του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, γίνεται από τον ΟΑΕΔ, σύμφωνα με τις διατάξεις περί κρατικών προμηθειών και η αμοιβή τους βαρύνει τον προϋπολογισμό του ΟΑΕΔ.

6. Άνεργοι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ ηλικίας μέχρι 24 ετών δύνανται να εργαστούν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις και γενικά εργοδότες, συνάπτοντας σύμβαση απόκτησης εργασιακής εμπειρίας διάρκειας μέχρι 12 μηνών. Κατά τη διάρκεια της σύμβασης αυτής οι ακαθάριστες αποδοχές τους αντιστοιχούν στο 80% του κατώτατου βασικού μισθού ή βασικού ημερομισθίου όπως ορίζεται κάθε φορά από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και ασφαλίζονται στους κλάδους σύνταξης, ασθενείας σε είδος και επαγγελματικού κινδύνου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ενώ οι σχετικές ασφαλιστικές εισφορές αποδίδονται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από τον ΟΑΕΔ. Μετά το πέρας της σύμβασης αυτής είναι δυνατή η συνέχιση της απασχόλησης τους και η ένταξη σε προγράμματα του ΟΑΕΔ, εφόσον η σύμβαση απόκτησης εργασιακής εμπειρίας μετατραπεί σε σύμβαση εργασίας. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ μπορεί να καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

7. Οι όροι των ειδικών Ομοιοεπαγγελματικών - Επιχειρησιακών Συμβάσεων Εργασίας μπορούν να αποκλίνουν έναντι των αντίστοιχων όρων Κλαδικών Συμβάσεων Εργασίας καθώς και των Γενικών Εθνικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και οι όροι των Κλαδικών Συμβάσεων Εργασίας μπορούν να αποκλίνουν έναντι των αντίστοιχων όρων Γενικών Εθνικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

8. Ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ, ηλικίας άνω των 30 και μέχρι 65 ετών, που διέκοψαν την άσκηση του επαγγέλματος τους, καλύπτονται για παροχές ασθένειας σε είδος (ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη) από τον Κλάδο Υγείας του Οργανισμού για δύο (2) χρόνια από την διακοπή της ασφάλισης, εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α. Έχουν πραγματοποιήσει στην ασφάλιση οποιουδήποτε ασφαλιστικού οργανισμού εξακόσιες (600) ημέρες εργασίας ή δύο (2) χρόνια. Το κατώτατο όριο των εξακοσίων (600) ημερών εργασίας ή των δύο (2) ετών αυξάνεται ανά εκατόν είκοσι (120) ημέρες ή τέσσερις (4) μήνες κάθε χρόνο μετά τη συμπλήρωση του τριακοστού (30ου) έτους της ηλικίας και μέχρι τη συμπλήρωση τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων (4.500) ημερών ή δέκα πέντε (15) ετών ασφάλισης. β. να μην ασφαλίζονται για οποιοδήποτε λόγο στο Δημόσιο ή σε ασφαλιστικό οργανισμό. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ρυθμίσεων του παρόντος άρθρου. 9. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Δικαίου, για τις ανάγκες εφαρμογής του προγράμματος του προηγούμενου άρθρου ρυθμίζονται θέματα που αφορούν: α) τη διαδικασία προσφυγής στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας,

β) την αύξηση σε 4% του ορίου απολύσεων, στις περιπτώσεις ομαδικών απολύσεων,

γ) τον καθορισμό του ύψους και τον τρόπο καταβολής της αποζημίωσης του απολυομένου,

δ) τα μέτρα αποτροπής απολύσεων εργαζομένων μεγάλης ηλικίας που βρίσκονται στο στάδιο πριν τη συνταξιοδότηση τους, ανεξάρτητα αν πρόκειται για ομαδικές απολύσεις ή μεμονωμένες,

ε) τον καθορισμό των όρων απασχόλησης και το κατώτατο ημερομίσθιο των νέων ηλικίας κάτω των 25 ετών που εισέρχονται στην αγορά εργασίας για πρώτη φορά,

στ) τον καθορισμό των εν γένει όρων απασχόλησης και ασφάλισης των απασχολουμένων σε συμβάσεις μαθητείας, η διάρκεια των οποίων δεν μπορεί να είναι ανώτερη του έτους,

ζ) τον καθορισμό της ανώτατης διάρκειας των συμβάσεων ορισμένου χρόνου.

10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί να αναστέλλεται η αποπληρωμή δανείων που έχουν συναφθεί με τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας για την αγορά ή μίσθωση κατοικίας και να επαναρρυθμίζονται οι όροι πληρωμής των δανείων αυτών.

11. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζονται τα σχετικά με την αποπληρωμή των στεγαστικών και άλλων συναφών δανείων που έχουν χορηγηθεί από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π.Δ) να διευρύνεται ο κύκλος των δικαιούχων για τη λήψη δανείων από το Τ.Π.Δ. με την ένταξη εργαζομένων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και να οργανώνονται προγράμματα του Τ.Π.Δ. για την αναχρηματοδότηση στεγαστικών και άλλων συναφών δανείων που έχουν λάβει από άλλα πιστωτικά ιδρύματα δικαιούχοι δανειοδότησης από το Τ.Π.Δ. 12. Με τα προεδρικά διατάγματα των προηγουμένων παραγράφων μπορεί να παρέχεται περαιτέρω εξουσιοδότηση, προκειμένου θέματα τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα να ρυθμίζονται με υπουργικές αποφάσεις. Με τέτοιες υπουργικές αποφάσεις μπορεί να θεσπίζονται και οι αναγκαίες αγορανομικές διατάξεις. Τα προεδρικά διατάγματα των προηγούμενων παραγράφων μπορεί να προβλέπουν τις ανάλογες και αναγκαίες διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα για την περίπτωση παραβίασης των διατάξεων που θεσπίζουν και εκδίδονται εντός των χρονικών πλαισίων εφαρμογής και σύμφωνα με τις προβλέψεις του προγράμματος του προηγούμενου άρθρου μέχρι 31.12.2010.

Άρθρο Τρίτο Μέτρα για την μείωση των δημοσίων δαπανών

Τα πάσης φύσεως επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη προβλεπόμενα των λειτουργών και υπαλλήλων των φορέων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 3833/2010 (Α' 40) καθώς και τα έξοδα παράστασης των προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου και νόμου, μειώνονται κατά ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%). Από τη μείωση της προηγουμένης παραγράφου εξαιρούνται τα επιδόματα που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του ν. 3833/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. Στο προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 3833/2010, στο οποίο δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3205/2003, εξαιρούνται από τη μείωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή την υπηρεσιακή εξέλιξη, καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους ή με τον μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Αν στο ανωτέρω προσωπικό δεν καταβάλλονται επιδόματα, αποζημιώσεις ή αμοιβές κατά την έννοια της παραγράφου 1, οι πάσης φύσεως αποδοχές μειώνονται κατά τρία τοις εκατό (3%). Οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, ή διαιτητική απόφαση, ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία προβλεπόμενα, των εργαζομένων χωρίς εξαίρεση στους φορείς του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του ν. 3833/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, μειώνονται κατά ποσοστό τρία τοις εκατό (3%). Από τη μείωση του προηγουμένου εδαφίου εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή την υπηρεσιακή εξέλιξη, καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους και το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου έχουν εφαρμογή και για τα αιρετά όργανα Ο.ΤΑ, τους διοικητές, υποδιοικητές, προέδρους, αντιπροέδρους των Ν.Π.Δ.Δ., τους προέδρους, αντιπροέδρους και τα μέλη των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, καθώς και τους προέδρους, αντιπροέδρους, διευθύνοντες συμβούλους και εκτελεστικά μέλη διοικητικών συμβουλίων των Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν στο Κράτος, σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α ή επιχορηγούνται τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του προϋπολογισμού τους ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1,2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005. δ. Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία, για λειτουργούς, υπαλλήλους και μισθωτούς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των παραγράφων 1 έως και 4 καθώς και για τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 5, καθορίζεται ως εξής: α) Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων σε πεντακόσια (500) ευρώ. β) Το επίδομα εορτών Πάσχα σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. γ) Το επίδομα αδείας, σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. Τα επιδόματα του προηγουμένου εδαφίου καταβάλλονται εφόσον οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων του προηγούμενου εδαφίου, δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ. Αν με την καταβολή των επιδομάτων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές υπερβαίνουν το ύψος αυτό, τα επιδόματα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής καταβάλλονται μέχρι του ορίου των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με ανάλογη μείωση τους.

7. Οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 1 του ν. 3833/2010 εφαρμόζονται και για το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων των προηγουμένων παραγράφων του άρθρου αυτού.

8. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας.

9. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και κατά περίπτωση με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, καθορίζεται ο χρόνος καταβολής των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας και ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 6 και 10 έως και 14 του άρθρου αυτού.

10. Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή κανονιστικής πράξης για τους συνταξιούχους και βοηθηματούχους του Δημοσίου γενικά και για τους συνταξιούχους και βοηθηματούχους όλων των φορέων κύριας ασφάλισης, με εξαίρεση τους συνταξιούχους του Ο.ΓΑ, χορηγούνται εφόσον ο δικαιούχος έχει υπερβεί το 60° έτος της ηλικίας του και το ύψος τους καθορίζεται ως εξής: α) Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων, στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ. β) Το επίδομα εορτών Πάσχα, στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ. γ) Το επίδομα αδείας, στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

11. Από το όριο ηλικίας που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο εξαιρούνται όσοι δικαιούχοι εξ ιδίου δικαιώματος λαμβάνουν πολεμική σύνταξη ή σύνταξη λόγω ανικανότητας ή λόγω αναπηρίας ή συνταξιοδοτήθηκαν αναγκαστικά δυνάμει ειδικών διατάξεων, καθώς και οι δικαιούχοι εκ μεταβιβάσεως, εφόσον οι τελευταίοι: α) δεν έχουν υπερβεί το 18° έτος ή αν σπουδάζουν, το 24° έτος της ηλικίας τους, ή β) είναι ανίκανοι για άσκηση οποιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος σε ποσοστό μεγαλύτερο του 67%.

12. Αν καταβάλλονται στο ίδιο πρόσωπο δύο συντάξεις από το Δημόσιο ή ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης, τα επιδόματα της παραγράφου 10 καταβάλλονται μόνο από το φορέα που καταβάλλει την μεγαλύτερη σύνταξη.

13. Αν στη σύνταξη συντρέχουν περισσότεροι του ενός δικαιούχοι εκ μεταβιβάσεως, το ποσό των επιδομάτων επιμερίζεται αναλόγως στα συνδικαιούχα πρόσωπα.

14. Τα επιδόματα της παραγράφου 10 δεν καταβάλλονται σε όσους δικαιούχους και βοηθηματούχους καταβάλλεται μειωμένη σύνταξη σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 20 του ν. 2084/1992 ( Α' 165 ), 6 παρ. 9 του ν. 2227/1994 (ΑΊ29 ) και 8 παρ. 14 του ν. 2592/1998 (Α' 57 ). Τα επιδόματα της παραγράφου 10 δεν καταβάλλονται, εφόσον οι καταβαλλόμενες συντάξεις, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων της παραγράφου 10, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση υπερβαίνουν κατά μήνα, τα δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ. Αν με την καταβολή των επιδομάτων της παραγράφου 10, οι καταβαλλόμενες συντάξεις υπερβαίνουν το ύψος αυτό, τα επιδόματα της παραγράφου 10 καταβάλλονται μέχρι του ορίου των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ, με ανάλογη μείωση τους. Προκειμένου για συνταξιούχους και βοηθηματούχους του Δημοσίου, για τον προσδιορισμό του συνολικού ποσού της καταβαλλόμενης σύνταξης και την εφαρμογή των προηγουμένων εδαφίων, λαμβάνεται υπόψη το ποσό της μηνιαίας βασικής σύνταξης καθώς και τα συγκαταβαλλόμενα με αυτή ποσά του επιδόματος εξομάλυνσης του άρθρου 1 του ν. 3670/2008 (Α' 117), του επιδόματος ανικανότητας καθώς και της προσωπικής και αμεταβίβαστης διαφοράς.

15. α. Συνταξιοδοτικά δικαιώματα που έχουν θεμελιωθεί ή θεμελιώνονται μέχρι 31-12-2010 από τους τακτικούς υπαλλήλους που συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων ή με διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν καθώς και από τους ασφαλισμένους των πρώην Ειδικών Ταμείων που έχουν ενταχθεί στο ΙΚΑ - ΕΤΑΜ , δεν θίγονται από την παραμονή στην υπηρεσία μετά την ανωτέρω ημερομηνία και τυχόν συνταξιοδοτικές μεταβολές στη διάρκεια αυτής δεν επηρεάζουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης τους. β. Όσοι από τους υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., που συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων ή με διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν, έχουν υποβάλει αίτηση παραίτησης από 01-01- 2010 δύνανται να την ανακαλέσουν μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Η αίτηση ανακαλείται ανεξάρτητα από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται, ακόμα και αν έχει εκδοθεί διαπιστωτική πράξη λύσης της υπαλληλικής σχέσης. Ο χρόνος από την λύση της σχέσης αυτής μέχρι την επαναφορά τους στην υπηρεσία θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών , Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Η καταβολή της δεύτερης δόσης της οικονομικής ενίσχυσης του άρθρου 1 του ν. 3808/2009 (Α'227), όπως προβλέπεται στην παράγραφο 5 του ίδιου άρθρου και νόμου, αναστέλλεται. Ο προσδιορισμός του χρόνου καταβολής της δόσης αυτής, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα επιδόματα κινδύνου που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις.

Άρθρο Τέταρτο Αύξηση Φ.Π.Α. και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης Τα πρώτο και δεύτερο εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2859/2000 (248 Α'), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Ο συντελεστής του φόρου προστιθέμενης αξίας ορίζεται σε είκοσι τρία τοις εκατό (23%) στη φορολογητέα αξία. Κατ' εξαίρεση, για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα III του παρόντος, ο συντελεστής του φόρου ορίζεται σε έντεκα τοις εκατό (11%).» α. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 97 του ν. 2960/2001 (Φ.Ε.Κ. 265 Α') αντικαθίστανται ως ακολούθως: «Στην τιμή αυτή ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε ποσοστό 67% με ελάχιστο ποσό είσπραξης τα 80,40 ευρώ ανά 1.000 τσιγάρα.» β. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α) και β) της παραγράφου 1 του άρθρου 97 του ν. 2960/2001, αντικαθίστανται ως εξής : «α) σε έναν πάγιο φόρο ο οποίος επιβάλλεται ανά μονάδα προϊόντος, το ποσό του οποίου είναι ίσο προς 10% της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης, η οποία προκύπτει από το άθροισμα του ειδικού φόρου κατανάλωσης καπνού και του φόρου προστιθέμενης αξίας, που επιβάλλονται στην πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων και είναι το ίδιο (πάγιο στοιχείο) για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων, ανεξάρτητα από την τιμή λιανικής πώλησης του και «β) σε έναν αναλογικό φόρο ο συντελεστής του οποίου είναι 58,43 % και προκύπτει από το κλάσμα που έχει ως αριθμητή το γινόμενο του συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης επί την πλέον ζητούμενη τιμή μείον τον πάγιο φόρο και παρονομαστή την πλέον ζητούμενη τιμή. Ο αναλογικός συντελεστής 58,43% υπολογίζεται στην τιμή λιανικής πώλησης χιλίων (1.000) τεμαχίων τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα) και είναι ίδιος για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων). Στα τσιγάρα που πωλούνται σε τιμή μικρότερη από την τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων της πλέον ζητούμενης κατηγορίας τιμών, το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που υπολογίζεται σύμφωνα με τις ανωτέρω περιπτώσεις α) και β) δεν μπορεί να είναι κατώτερο του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνολικού ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα τσιγάρα της πλέον ζητούμενης κατηγορίας τιμών.» γ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α) και β) της παραγράφου 2 του άρθρου 97 του ν. 2960/2001, αντικαθίστανται ως εξής: «α) Στα πούρα ή σιγαρίλλος σε ποσοστό 34% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησης τους. β) Στο λεπτοκομμένο καπνό, ο οποίος προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων και στα άλλα καπνά για κάπνισμα, σε ποσοστό 69% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησης τους.» α. Η παράγραφος 2 του άρθρου 81 του ν. 2960/2001 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης καθορίζεται σε δύο χιλιάδες τετρακόσια πενήντα (2.450) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.». β. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 3 του άρθρου 81 του ν. 2960/2001, αντικαθίστανται ως εξής: «Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) ο συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή για την αιθυλική αλκοόλη που προορίζεται για την παρασκευή ούζου ή που περιέχεται στο τσίπουρο και την τσικουδιά. Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε χίλια διακόσια είκοσι πέντε (1.225) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.» γ. Η παράγραφος 2 του άρθρου 87, του ν. 2960/2001, αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο φόρος αυτός ορίζεται σε δύο ευρώ και εξήντα λεπτά (2,60) ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.» δ. Το προτελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 87 του ν. 2960/2001 .αντικαθίσταται ως εξής: «Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε ένα ευρώ και τριάντα λεπτά (1,30) ευρώ ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.» Το άρθρο 89 του ν. 2960/2001, αντικαθίσταται ως εξής: « Άρθρο 89 Συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα του προηγούμενου άρθρου ορίζεται σε εκατό δύο (102) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος, με εξαίρεση τα προϊόντα που ορίζονται στις παραγράφους 6 και 7 του σημείου Β του παραρτήματος III του κανονισμού (Ε.Κ.) της Επιτροπής 606/2009 (EEL 193/24.7.2009) για τα οποία ο συντελεστής ορίζεται σε πενήντα ένα ευρώ (51) ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος.»

5. Οι περιπτώσεις α) μέχρι και ιβ) καθώς και η περίπτωση κστ) του πίνακα, της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του ν.2960/2001 αντικαθίστανται ως ακολούθως:

ειδοσ

κωδικοσ

συνδυασμενησ ονοματολογίας

(σ.ο.)

ποσο φορου σε ευρω

μοναδα

επιβολής

α) Βενζίνη με μόλυβδο

27101151 και 27101159

681

1.000 λίτρα

β) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο

- με αριθμό οκτανίων μέχρι 96,5

- με αριθμό οκτανίων μεγαλύτερο των 96,5

27101141 και ΕΧ27101145

ΕΧ27101145 και 27101149

670

1.000 λίτρα

γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με την προσθήκη ειδικών προσθέτων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή και χρησιμοποιείται ως ισοδύναμο καύσιμο αντί της μολυβδούχου βενζίνης των κωδικών της σ.ο. 27101151 και 27111159

27101141, 27101145 και 27101149

670

1.000 λίτρα

δ) Βενζίνη αεροπλάνων

27101131

697

1.000 λίτρα

ε) Ειδικό καύσιμο αεριωθούμενων τύπου βενζίνης

27101170

697

1.000 λίτρα

στ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων

27101941, 27101945 και 27101949

412

1.000 λίτρα

ζ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης

27101941, 27101945 και 27101949

412

1.000 λίτρα

η) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται για χρήσεις άλλες από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω περιπτώσεις στ) και ζ)

27101941, 27101945 και 27101949

412

1.000 λίτρα

θ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης (FUEL OIL-Μαζούτ)

27101961, 27101963, 27101965 και 27101969

19

1.000

χιλιόγραμμα

ι) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων

27101921 και 27101925

440

1.000 λίτρα

ια) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης

27101921 και 27101925

440

1.000 λίτρα

ιβ) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω περιπτώσεις ι) και ια)

27101921 και 27101925

440

1.000 λίτρα

κστ) Βιοντήζελ από μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων, όπως ορίζεται με την απόφαση Α.Χ.Σ. 334/2004, που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων, είτε αυτούσιο είτε σε ανάμιξη με πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της παραπάνω περίπτωσης στ)

38249099

412

1.000 λίτρα

6. α. Στα αποθέματα πετρελαίου εσωτερικής καύσης (ϋΙΕ5Εί)-θέρμανσης που έχει στην κυριότητα του, την 2/5/2010 κάθε επιτηδευματίας, που έχει λάβει αριθμό μητρώου Διακινητών Πετρελαίου Θέρμανσης (ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ), τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση και έχει πραγματοποιηθεί η φυσική τους έξοδος από τις φορολογικές αποθήκες, αλλά δεν έχουν διατεθεί στην κατανάλωση, επιβάλλεται εφάπαξ φόρος ισόποσος με τη διαφορά των φορολογικών επιβαρύνσεων που εφαρμόζονται από 3/5/2010 ήτοι του ειδικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), και των ήδη καταβληθέντων κατά την έξοδο τους από τη φορολογική αποθήκη ειδικού φόρου κατανάλωσης και Φ.Π.Α. β. Ο εφάπαξ φόρος επιβάλλεται στα αποθέματα της προηγούμενης παραγράφου που έχει στην κυριότητα του ο επιτηδευματίας ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., την 2/5/2010 σε εγκαταστάσεις του ή σε εγκαταστάσεις τρίτων, ανεξάρτητα από το χρόνο λήξης της διαχειριστικής του περιόδου ή την κατηγορία των βιβλίων που τηρεί ή την απαλλαγή από την τήρηση βιβλίων. γ. Σε περίπτωση που ο επιτηδευματίας ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. πραγματοποιεί πωλήσεις σε δικαιούχους χρήσης πετρελαίου θέρμανσης και δικαιούται επιστροφής, τότε ο οφειλόμενος εφάπαξ φόρος συμψηφίζεται με τα προς επιστροφή ποσά των φορολογικών επιβαρύνσεων, λόγω της εξομοίωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης του πετρελαίου εσωτερικής καύσης (ϋΙΕ5Ε1_)-θέρμανσης με το πετρέλαιο κίνησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3634/2008 (9 Α'). δ. Σε περίπτωση που ο επιτηδευματίας ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. δεν πραγματοποιεί πωλήσεις σε δικαιούχους χρήσης πετρελαίου θέρμανσης και δεν δικαιούται επιστροφής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3634/2008 τότε ο οφειλόμενος εφάπαξ φόρος καταβάλλεται εφάπαξ με την υποβολή από τον υπόχρεο δήλωσης εις διπλούν στην αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), το αργότερο μέχρι και τις 7/6/2010. Το ένα αντίτυπο της δήλωσης με ημερομηνία παραλαβής και θεωρημένο από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. επιστρέφεται στον υπόχρεο. Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή του οφειλόμενου εφάπαξ φόρου θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα. Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης ή ανακριβούς δήλωσης ή εκπρόθεσμης δήλωσης εφαρμόζονται οι κυρώσεις οι οποίες προβλέπονται από τις διατάξεις του ν.2523/1997 (Ά179), καθώς και οι κυρώσεις των περί λαθρεμπορίας διατάξεων του ν. 2960/2001 εφόσον συντρέχει περίπτωση. Για τη διαδικασία βεβαίωσης εφαρμόζονται ανάλογα οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του ν. 2238/1994 (Α' 151). ε. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος συμψηφισμού του εφάπαξ φόρου επί των αποθεμάτων με τα προς επιστροφή ποσά, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3634/2008, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης του εφάπαξ φόρου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. στ. Κάθε άλλη διάταξη, η οποία αντίκειται στις ανωτέρω διατάξεις της παραγράφου αυτής, δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις οι οποίες ρυθμίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής. α. Οι περιπτώσεις α), β) και γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του ν.3833/2010 (40 Α') αντικαθίστανται ως εξής: «α) από 15.000 ευρώ μέχρι και 20.000 ευρώ, ποσοστό 10% β) άνω των 20.000 ευρώ μέχρι και 28.000 ευρώ ποσοστό 30% γ) άνω των 28.000 ευρώ, ποσοστό 40%» β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 17 του ν.3833/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «2 . Προκειμένου για μεταχειρισμένα όμοια αυτοκίνητα, το ποσοστό του φόρου καθορίζεται ως εξής: α) από 11.000 ευρώ μέχρι και 14.000 ευρώ, ποσοστό 10% β) άνω των 14.000 ευρώ μέχρι και 19.000 ευρώ ποσοστό 30% γ) άνω των 19.000 ευρώ ποσοστό 40%. Οι τιμές της παραγράφου αυτής προκύπτουν με βάση τα αναφερόμενα στην περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 126 του ν. 2960/2001. Ο ανωτέρω φόρος επιβάλλεται επί της φορολογητέας αξίας του άρθρου 126 του ν. 2960/2001». Τα ποσά που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 και στο άρθρο 4 του ν.3723/2008 (Α'250), αυξάνονται κατά 15 δισεκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα.

Άρθρο Πέμπτο Έκτακτη εισφορά στα κέρδη των νομικών προσώπων και ειδικός φόρος τηλεοπτικών διαφημίσεων

Επιβάλλεται έκτακτη, εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης, στο συνολικό καθαρό εισόδημα, οικονομικού έτους 2010, των νομικών προσώπων του άρθρου 2 παρ.4 και 101 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΑΊ51). Η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στις διατάξεις των άρθρων 31 παρ. 19 και 105 παρ. 7 του ίδιου Κώδικα, εφόσον το εισόδημα αυτό υπερβαίνει τα εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Η εισφορά επιβάλλεται στο σύνολο του καθαρού εισοδήματος. Αν το καθαρό εισόδημα είναι ίσο ή μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, δεν επιβάλλεται εισφορά. Για τις επιχειρήσεις που δημοσίευσαν οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τους κανόνες των Διεθνών λογιστικών Προτύπων και των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Λ.Π.), η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από την εφαρμογή τους, εφόσον αυτά είναι μεγαλύτερα από το συνολικό καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στα προηγούμενα εδάφια και υπερβαίνουν τα εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Η έκτακτη εισφορά, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή στα καθαρά κέρδη της προηγούμενης παραγράφου, υπολογίζεται ανά κλιμάκιο ως εξής: α) Για συνολικό καθαρό εισόδημα ή καθαρά κέρδη από ένα (1) ευρώ έως και τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ, η έκτακτη εισφορά ισούται με το γινόμενο τους επί συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%). β) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από τριακόσιες χιλιάδες ένα (300.001) ευρώ έως και ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%) και γ) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από ένα εκατομμύριο ένα (1.000.001) ευρώ έως και πέντε εκατομμύρια ευρώ (5.000.000), η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%). δ) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από πέντε εκατομμύρια ένα (5.000.001) ευρώ και άνω, η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%). Το ποσό της έκτακτης εισφοράς περιορίζεται αναλόγως, σε κάθε περίπτωση, ώστε το εναπομένον συνολικό καθαρό εισόδημα ή τα καθαρά κέρδη, που απετέλεσαν τη βάση προσδιορισμού της, να μην υπολείπεται του ποσού των εκατό χιλιάδων ευρώ. Σε περίπτωση υπερδωδεκάμηνης διαχειριστικής περιόδου, ως συνολικό καθαρό εισόδημα ή καθαρά κέρδη για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, λαμβάνεται το ποσό που προκύπτει αναλογικά για τους δώδεκα (12) μήνες. Το συνολικό καθαρό εισόδημα ή τα καθαρά κέρδη της παραγράφου 1, επί των οποίων επιβάλλεται η έκτακτη εισφορά, δεν μπορεί να υπερβαίνουν το διπλάσιο του μέσου όρου των συνολικών καθαρών εισοδημάτων ή των καθαρών κερδών των δύο προηγούμενων οικονομικών ετών, 2008 και 2009. Αν για κάποιο από τα έτη αυτά δεν δημοσιεύθηκαν οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τους κανόνες των Δ.Λ.Π., λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, μόνο τα καθαρά κέρδη του οικονομικού έτους που δημοσιεύθηκαν. Για τον υπολογισμό της έκτακτης εισφοράς εκδίδεται εκκαθαριστικό σημείωμα, αντίγραφο του οποίου αποστέλλεται στην επιχείρηση. Η έκτακτη εισφορά βεβαιώνεται οίκοθεν από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας που είναι αρμόδιος για τη φορολογία της επιχείρησης κατά την οριζόμενη διαδικασία στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Σε περίπτωση μετατροπής ή συγχώνευσης της επιχείρησης, η έκτακτη εισφορά βεβαιώνεται σε βάρος της νέας επιχείρησης που προήλθε από τη μετατροπή ή τη συγχώνευση. Αν από φορολογικό έλεγχο προκύψει διαφορά του καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών, δεν επιβάλλεται επιπλέον έκτακτη εισφορά, ούτε επιστρέφεται εισφορά που τυχόν καταβλήθηκε. Η προθεσμία άσκησης προσφυγής ή υποβολής αίτησης για διοικητική επίλυση της διαφοράς, καθώς και η άσκηση της προσφυγής ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου, δεν αναστέλλει τη βεβαίωση και την είσπραξη της εισφοράς. Οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, καθώς και του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), όπως ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και για την έκτακτη εισφορά του άρθρου αυτού, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του άρθρου αυτού.

8. Η έκτακτη εισφορά που βεβαιώνεται, καταβάλλεται σε δώδεκα (12) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του Ιανουαρίου 2011 και η καθεμία από τις επόμενες, μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του κάθε μήνα, αντίστοιχα. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των χιλίων (1.000) ευρώ. Αν η καταβολή του συνόλου της έκτακτης εισφοράς γίνει μέσα στην προθεσμία της πρώτης δόσης, χορηγείται έκπτωση δύο τοις εκατό (2%), με εξαίρεση την περίπτωση που το σύνολο της έκτακτης εισφοράς πρέπει να καταβληθεί σε μία μόνο δόση.

9. Η έκτακτη εισφορά που καταβάλλεται, δεν εκπίπτει ως δαπάνη κατά τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος.

10. Η έκτακτη εισφορά επιστρέφεται κατά το μέρος που αποδεδειγμένα το εισόδημα ή τα κέρδη επί των οποίων επιβλήθηκε, απετέλεσε και εισόδημα ή κέρδη άλλης επιχείρησης, για τα οποία καταβλήθηκε έκτακτη εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

11. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται η διαδικασία καταβολής της έκτακτης εισφοράς, οι ειδικότερες προϋποθέσεις και η διαδικασία επιστροφής της εισφοράς για την περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

12. Επιβάλλεται ειδικός φόρος στις διαφημίσεις που προβάλλονται από την τηλεόραση. Ο συντελεστής του φόρου ορίζεται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) επί της αξίας της διαφήμισης που υπολογίζουν τα τηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις . Ο φόρος βαρύνει άμεσα τη διαφημιζόμενη επιχείρηση ή το διαφημιστή που μεσολαβεί και το τιμολόγιο εκδίδεται στο όνομα του. Εφόσον το τιμολόγιο εκδίδεται στο όνομα του διαφημιστή που μεσολαβεί, αντίγραφο του τιμολογίου με τη σφραγίδα και την υπογραφή του εκδότη αποστέλλεται στο διαφημιζόμενο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την έκδοση του τιμολογίου. Στα πιστωτικά τιμολόγια που εκδίδουν τα τηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης πρέπει να αναγράφονται και οι αριθμοί των σχετικών τιμολογίων. Τον ειδικό φόρο εισπράττουν τα τηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης και αποδίδουν στο Δημόσιο με μηνιαίες δηλώσεις που υποβάλλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος αυτών, μέχρι την εικοστή (20η) ημέρα κάθε μήνα, για τα έσοδα από τις τηλεοπτικές διαφημίσεις του προηγούμενου μήνα. Τα θέματα που αφορούν τη βεβαίωση, τον έλεγχο, την παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου και την έκδοση καταλογιστικών πράξεων διέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά στη φορολογία εισοδήματος. Οι διατάξεις του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179A') εφαρμόζονται αναλόγως και στη φορολογία αυτή. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του φόρου της παραγράφου αυτής και κάθε άλλη λεπτομέρεια ή διαδικασία εφαρμογής των διατάξεων της.

Άρθρο Έκτο Οργανωτικά μέτρα στις Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών

1. Με προεδρικό διάταγμα ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών μπορεί να συστήνονται, αναδιοργανώνονται, αναδιαρθρώνονται και να καταργούνται υπηρεσίες οποιουδήποτε επιπέδου του Υπουργείου Οικονομικών σε κεντρικό ή περιφερειακό επίπεδο.

2. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 66 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007), στους υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών, οι κεντρικές, περιφερειακές και αποκεντρωμένες οργανικές μονάδες εντός του ιδίου νομού ή εντός του ιδίου νησιού, θεωρούνται οργανικές μονάδες της ίδιας αρχής και η μετακίνηση εντός αυτών διενεργείται με μόνη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, με βάση τις υπηρεσιακές ανάγκες. Άρθρο Έβδομο Έναρξη ισχύος

1. Οι διατάξεις του άρθρου Τρίτου ισχύουν από την 1η Ιουνίου 2010.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου Τέταρτου ισχύουν από την 1η Ιουλίου 2010, με εξαίρεση τα αγαθά της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου για τα οποία οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν από την 3η Μαΐου 2010.

3. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως και 8 του άρθρου Τέταρτου ισχύουν από την 3η Μαίου 2010.

4. Οι διατάξεις της παραγράφου 12 του άρθρου Πέμπτου ισχύουν από την 1η Ιουλίου 2010.

5. Η ισχύς των λοιπών διατάξεων του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα,4 Μαΐου 2010 ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Στο σχέδιο νόμου «ΜΕΤΡΑ ΠΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΤΗΣ ΖΩΝΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ»

Με το σχέδιο νόμου που καταθέτουμε σήμερα προτείνουμε μέτρα και πολιτικές που έχουν ως στόχο αυτό που δηλώσαμε από την πρώτη στιγμή που αναλάβαμε την διακυβέρνηση της χώρας: το εθνικό συμφέρον και την προστασία των Ελλήνων πολιτών. Οι Έλληνες και η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δεν μπορούσαν να διανοηθούν το μέγεθος του χρέους και του ελλείμματος που διαμόρφωσε και έκρυβε κατά την αποχώρηση της η προηγούμενη κυβέρνηση. Οι συνέπειες αυτού του χρέους και του ελλείμματος είναι πολλαπλές και τραγικές. Τώρα όμως, είναι η ώρα να εδραιώσουμε την εμπιστοσύνη προς τη χώρα μας απέναντι στους εταίρους μας στην Ε.Ε. αλλά και στις διεθνείς αγορές. Να εδραιωθεί η εμπιστοσύνη του έλληνα πολίτη προς τους θεσμούς και στο πολιτικό μας σύστημα. Να δημιουργηθεί κράτος υπεύθυνο, κοινωνία δικαίου όπου η δημοκρατική πολιτεία προστατεύει τα δικαιώματα του Έλληνα πολίτη. Η μέχρι σήμερα πολιτική μας και η αντιμετώπιση με συγκεκριμένες πολιτικές του μεγάλου δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας αλλά και των διαρθρωτικών αδυναμιών της είχαν ως αποτέλεσμα να ανακτηθεί μέρος της χαμένης σε διεθνές επίπεδο αξιοπιστίας. Είχαν ως αποτέλεσμα και να δημιουργηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο ένας μηχανισμός χρηματοδοτικής στήριξης για την Ελλάδα και προστασίας της Ευρωζώνης. Το αίτημα της Κυβέρνησης για ενεργοποίηση αυτού του μηχανισμού αποτέλεσε πράξη ευθύνης και ιστορική υποχρέωση απέναντι στον κίνδυνο κατάρρευσης της οικονομίας λόγω αδυναμίας δανεισμού. Η προσφυγή στο μηχανισμό ήταν το τελευταίο καταφύγιο για να αποτραπεί η χρεοκοπία της χώρας. Ταυτόχρονα η ανάγκη προσφυγής στο μηχανισμό στήριξης μας οδηγεί στην ανάγκη να λάβουμε πρόσθετα μέτρα, για να εγγυηθούν οι εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τη χρηματοδότηση των αναγκών μας, αλλά και για να βγούμε ασφαλείς από την κρίση. Το πρόγραμμα σταθερότητας που σχεδιάστηκε και τα πρόσθετα μέτρα που προτείνονται με το σχέδιο νόμου, θέτουν σε εφαρμογή τον μηχανισμό στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη μέλη της ευρωζώνης και το Διεθνές Νομισματικό ταμείο με την παροχή χρηματοδότησης ύψους 110 δις Ευρω, εκ των οποίων 80 δις Ευρώ σε διμερή δάνεια από τις χώρες της EE και 30 δις Ευρώ από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Εξ αυτών, 30 δις Ευοώ θα διατεθούν το 2010. Το πρόγραμμα για την ανάκαμψη της οικονομίας προβλέπει μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής που ανέρχονται σε 11 μονάδες του ΑΕΠ ή περίπου 30 δις ευρώ έως το 2013, με στόχο το 2014 το έλλειμμα να είναι κάτω από 3% του ΑΕΠ. Το μακροοικονομικό σενάριο προβλέπει ύφεση 4% το 2010 και επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από το 2012 και μετά. Με αφετηρία το έλλειμμα ύψους 13,6% του ΑΕΠ του 2009 και τις προοπτικές της οικονομίας κατά το τρέχον έτος, η δημοσιονομική προσπάθεια που συνολικά θα χρειαστεί να καταβάλουμε το 2010 πλησιάζει το 9% του ΑΕΠ, ώστε να περιορίσουμε το δημοσιονομικό έλλειμμα περισσότερο από 5 ποσοστιαίες μονάδες. Στην προσπάθεια που ήδη γίνεται προστίθενται μέτρα που αντιστοιχούν σε 2,5% του ΑΕΠ ή 5,8 δισεκατομμύρια ευρώ. Το 2011 η συνολική δημοσιονομική προσπάθεια θα ξεπεράσει το 4% του ΑΕΠ ή περίπου 10 δισεκατομμύρια ευρώ. Το 2012 η αντίστοιχη προσπάθεια θα είναι πάνω από 2% του ΑΕΠ ή περίπου 5 δισεκατομμύρια ευρώ και το 2013 περίπου 2% του ΑΕΠ ή περίπου 4,8 δισεκατομμύρια ευρώ. Ο στόχος που περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα του άρθρου Πρώτου είναι το έλλειμμα να βρεθεί κάτω από το 3% του ΑΕΠ το 2014. Η Κυβέρνηση κατανοεί ότι τα μέτρα που προτείνονται είναι επώδυνα. Είναι όμως απαραίτητα για να προστατευθεί το υπέρτερο δημόσιο συμφέρον, που υπό τις παρούσες πρωτόγνωρες ιστορικά δυσμενείς συνθήκες της οικονομίας είναι και εθνικό συμφέρον. Είναι απαραίτητα για να αυξηθούν τα έσοδα, να περιοριστούν οι δαπάνες, να συνεχιστεί η λειτουργία του κράτους, να διατηρηθεί η δυνατότητα να καταβάλλονται μισθοί και συντάξεις χωρίς να υποθηκεύεται το μέλλον των επόμενων γενεών. Για να μπορέσει να ανταποκριθεί το κράτος στις συνταγματικές του υποχρεώσεις: να παρέχει ασφάλεια, υγεία, παιδεία και να ασκεί κοινωνική πολιτική. Για να μπει η χώρα στον δρόμο της υγιούς ανάπτυξης που θα εξασφαλίσει στην ελληνική οικογένεια, βιώσιμη ευημερία και αισιοδοξία για το μέλλον των παιδιών της. Με τα μέτρα που προτείνονται οι έλληνες πολίτες θα υποστούν θυσίες. Όμως η εναλλακτική πορεία θα ήταν η κατάρρευση και η καταστροφή. Τα μέτρα που η κυβέρνηση προτείνει, επιφέρουν μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αλλά και των συνταξιούχων. Καταβλήθηκε τεράστια προσπάθεια κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, ώστε να θιγούν όσο γίνεται λιγότερο τα χαμηλά και μεσαία επίπεδα μισθών και συντάξεων, και αυτό αποτυπώνεται στο πρόγραμμα και στο σχέδιο νόμου. Επιπλέον, εισάγονται αλλαγές στην εργατική νομοθεσία που κρίνονται διεθνώς αναγκαίες προκειμένου να σταλεί το μήνυμα ότι η χώρα έχει λάβει την αμετακίνητη απόφαση να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της, να προσελκύσει επενδύσεις και με τον τρόπο αυτό να προωθήσει την απασχόληση και την αναπτυξιακή της προοπτική προς όφελος των πιο αδύνατων πολιτών. Οι μεγάλες αυτές θυσίες γίνονται προσπάθειες να αντισταθμιστούν με μια σειρά έκτακτων μέτρων που στηρίζουν την πραγματική οικονομία και την κοινωνική συνοχή. Τα μέτρα αυτά αφορούν πρωτίστως την προστασία των ανέργων και των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Όλη αυτή η εθνική προσπάθεια έχει αρχή, μέση και τέλος. Οι στόχοι του προγράμματος θα επιτευχθούν γιατί η χώρα πρέπει να σωθεί και γιατί η επίτευξη τους διανοίγει προοπτική όχι μόνο αποκατάστασης των απωλειών, αλλά και διαμόρφωσης ενός ριζικά νέου πλαισίου λειτουργίας της ελληνικής οικονομίας, που διασφαλίζει καλύτερες προοπτικές για όλους και κυρίως για τους ασθενέστερους. Η οικονομική κρίση που βιώνει η ελληνική κοινωνία είναι κρίση ιστορική. Είναι ταυτόχρονα κρίση κοινωνική , πολιτική, ηθική. Συνειδητοποιούν όλοι, πολιτικοί και πολίτες, ότι ο τρόπος άσκησης της πολιτικής, ο τρόπος διακυβέρνησης, και ο τρόπος διαχείρισης του δημόσιου χρήματος δεν μπορεί να συνεχιστεί πια. Το μέλλον μας δεν μπορεί να είναι η συνέχιση του παρελθόντος. Αν η Ελλάδα, αν οι Έλληνες θέλουμε να έχουν αναγνωρίσιμο μέλλον, δεν μπορούμε και δεν πρέπει να συνεχίσουμε να παρατείνουμε το παρελθόν. Και αυτό πρέπει να γίνει από τώρα. Αν δεν υπάρξει ανταπόκριση και ευθύνη στην ανάγκη αλλαγής της κοινωνίας και της πολιτικής, το τίμημα θα είναι η καταστροφή. Ειδικότερα επί των Άρθρων. Επί του Άρθρου Πρώτου Με το άρθρο Πρώτο του σχεδίου νόμου, περιγράφεται και θεσμοθετείται ο μηχανισμός και το πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής (Memorandum of Economic and Financial Policies και Memorandum of Understanding on Specific Economic Policy and Conditionality , Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής ) το οποίο συνέταξε το Υπουργείο Οικονομικών με τη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το σχέδιο του προγράμματος με επιστολές του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, διαβιβάστηκε προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προς την Ευρωπαϊκής Κεντρική Τράπεζα και προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Με την παράγραφο 4 εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομικών να εκπροσωπήσει το Ελληνικό Δημόσιο και να υπογράψει κάθε μνημόνιο συνεργασίας, αναγκαία συμφωνία ή σύμβαση δανεισμού (διμερή ή πολυμερή) με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προκειμένου να ενεργοποιηθεί πλήρως ο μηχανισμός στήριξης. Οι δηλώσεις των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ζώνης του ευρώ της 25ης Μαρτίου 2010 και της 11ης Απριλίου 2010 καθώς και το σχέδιο προγράμματος (Memorandum of Economic and Financial Policies και Memorandum of Understanding on Specific Economic Policy and Conditionality), προσαρτώνται ως παραρτήματα I, II και III στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα (με εξαίρεση το παράρτημα I του οποίου επίσημη μετάφραση έχει αναρτηθεί στον ιστοχώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα ελληνικά) και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του σχεδίου νόμου. Με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 ορίζεται ότι τα μνημόνια, συμφωνίες και συμβάσεις που θα υπογραφούν από τον Υπουργό Οικονομικών, προκειμένου να εφαρμοστεί το πρόγραμμα, θα εισαχθούν με πρωτοβουλία της Κυβέρνησης στη Βουλή για την κύρωση του.

Επί του Άρθρου Δεύτερου Οι διατάξεις του άρθρου Δεύτερου αποτελούν το νόμο πλαίσιο σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 4 του Συντάγματος για την εφαρμογή του προγράμματος. Με τις διατάξεις του ρυθμίζονται ευθέως συγκεκριμένα θέματα και παρέχεται εξουσιοδότηση προκειμένου με προεδρικά διατάγματα να λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα και υπό τις παρούσες έκτακτες συνθήκες κατεπείγοντος χαρακτήρα μέτρα, κατά τροποποίηση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος στα πεδία α) της δημοσιονομικής πολιτικής, β) της κοινωνικής πολιτικής, με τη λήψη μέτρων για την προστασία των ασθενέστερων οικονομικών στρωμάτων και των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, γ) της πραγματικής οικονομίας με την ενίσχυση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και την προστασία των καταναλωτών και δ) της εργασίας με την προσαρμογή του θεσμικού πλαισίου στις ανάγκες εφαρμογής του προγράμματος, τηρουμένου σε κάθε περίπτωση του πλαισίου που οριοθετείται από το ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο και αφού προηγηθεί διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους. Με την υποπαράγραφο β της παραγράφου 1 θεσμοθετείται η Ενιαία Αρχή Πληρωμής στο Δημόσιο και παρέχεται η αναγκαία εξουσιοδότηση προκειμένου να συγκροτηθεί η οργανική μονάδα στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους στην οποία θα λειτουργεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων με το πάσης φύσεως προσωπικό του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ. Μόλις απογραφεί το προσωπικό θα ορισθεί ημερομηνία μετά την οποία κανείς δεν θα μπορεί να πληρώνεται με διαφορετικό τρόπο παρά μόνο μέσω της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής και τραπεζικού λογαριασμού. Το προσωπικό που θα απογραφεί και θα ενταχθεί στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων είναι το σύνολο του προσωπικού (ένστολο , δημοσίου δικαίου, ιδιωτικού δικαίου, ορισμένου ή αορίστου χρόνου κ.λπ). Ως αποδοχές νοούνται οι πάσης φύσεως αποδοχές (τακτικές, έκτακτες, υπερωριακή αμοιβή, κάθε είδους επιδόματα , εφημερίες, αποζημιώσεις από συμμετοχές σε συμβούλια και επιτροπές ή συλλογικά όργανα, οδοιπορικά έξοδα κ.λπ). Ο τρόπος αυτός πληρωμής μπορεί να επεκτείνεται και στο πάσης φύσεως προσωπικό των Ο.Τ.Α. Με την παράγραφο 4, κάθε επιδοτούμενος άνεργος προβλέπεται να δικαιούται μία «επιταγή επανένταξης» στην αγορά εργασίας, η χρηματική αξία της οποίας ισοδυναμεί με το συνολικό ποσό που δικαιούται να εισπράξει ως επίδομα ανεργίας. Όσο μεγαλύτερο διάστημα απομένει μέχρι τη λήξη επιδότησης, τόσο μεγαλύτερη είναι η αξία της «επιταγής». Σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, η επιχείρηση προσλαμβάνει τον επιδοτούμενο άνεργο λαμβάνοντας από τον ΟΑΕΔ ως μηνιαία επιχορήγηση τη χρηματική αξία της «επιταγής», για όσους μήνες απομένουν μέχρι τη λήξη της επιδότησης. Οι αποδοχές του προσλαμβανόμενου είναι τουλάχιστον ίσες με τον κατώτερο βασικό μισθό της ισχύουσας κάθε φορά ΕΓΣΣΕ. Μετά τη λήξη της επιδότησης και μέχρι τη συμπλήρωση 24 συνολικά μηνών, η επιχείρηση δικαιούται επιχορήγησης μέρους ή του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών για ακαθάριστες αποδοχές μέχρι ύψους του κατώτατου βασικού μισθού που ορίζεται κάθε φορά από την ΕΓΣΣΕ. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ, καθορίζεται ο τύπος της, η μορφή της, το περιεχόμενο της και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με την ίδια ή όμοια απόφαση, καταρτίζονται προγράμματα εργασίας που μπορεί να συμπεριλαμβάνουν εκπαίδευση - επαγγελματική κατάρτιση με τα οποία ο ΟΑΕΔ μπορεί να επιχορηγεί επιχειρήσεις και γενικά εργοδότες του ιδιωτικού τομέα για την πρόσληψη επιδοτούμενων ανέργων, κατόχων της επιταγής επανένταξης στην αγορά εργασίας. Στην προηγούμενη απόφαση προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η μετατροπή της κάθε φορά διαμορφούμενης αξίας της επιταγής επανένταξης στην αγορά εργασίας σε επιχορήγηση του εργοδότη και η θεσμική διασφάλιση για την αποτροπή καταχρηστικών πρακτικών. Επίσης μπορεί να προβλέπεται η συνέχιση της επιχορήγησης του εργοδότη, σε ποσοστό επί των ασφαλιστικών εισφορών εργοδοτών και εργαζομένων και η διάρκεια αυτής. Με την παράγραφο 5 προτείνεται, προκειμένου να καταπολεμηθεί η ανεργία των ευρισκομένων σε στάδιο πλησίον της σύνταξης, ο ΟΑΕΔ να μπορεί να επιχορηγεί Εταιρίες Προσωρινής Απασχόλησης (Ε.Π.Α.) του άρθρου 20 του Ν. 2956/2001 όπως ισχύει, για την πρόσληψη επιδοτούμενων ή μακροχρόνια ανέργων ηλικίας 55-64 ετών, για εργασία στον δημόσιο τομέα, όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 51 του Ν.1892/1990 όπως ισχύει, με προγράμματα εργασίας που καταρτίζονται με απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ. Για την υλοποίηση των προγραμμάτων του άρθρου αυτού δεν έχει εφαρμογή η παράγραφος (γ) του άρθρου 24 του Ν.2956/2001 για μία τριετία από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Η επιλογή των ΕΠΑ της παραγράφου 1 γίνεται από τον ΟΑΕΔ σύμφωνα με τις διατάξεις περί κρατικών προμηθειών και η αμοιβή τους βαρύνει τον προϋπολογισμό του ΟΑΕΔ. Με την παράγραφο 6 καθορίζεται η σύμβαση απόκτησης εργασιακής εμπειρίας με στόχο τη διευκόλυνση της ένταξης των νέων ηλικίας μέχρι 24 ετών στην αγορά εργασίας. Η διάρκεια της σύμβασης αυτής μπορεί να φτάσει τους 12 μήνες, οι αποδοχές τους αντιστοιχούν στο 80% του κατώτατου βασικού μισθού που ορίζεται κάθε φορά από την ΕΓΣΣΕ, ασφαλίζονται για σύνταξη, ασθένεια και επαγγελματικό κίνδυνο και οι ασφαλιστικές τους εισφορές επιβαρύνουν τον ΟΑΕΔ. Η συνέχιση της απασχόλησης τους προϋποθέτει τη σύναψη σύμβασης εργασίας, με την οποία μπορούν να εντάσσονται σε σχετικά προγράμματα του ΟΑΕΔ. Με τον τρόπο αυτό ενισχύονται σημαντικά τα κίνητρα απασχόλησης της ευαίσθητης ομάδας των νέων που πλήττονται από υψηλά επίπεδα ανεργίας. Με την παράγραφο 7 οριοθετούνται οι σχέσεις μεταξύ των διαφόρων ειδών συμβάσεων εργασίας με στόχο τη διαμόρφωση πλαισίου ελεύθερης λειτουργίας της αγοράς εργασίας υπό συνθήκες ανάπτυξης και ανταγωνισμού. Με τις διατάξεις της παραγράφου 8 επεκτείνεται το μέτρο ασφαλιστικής κάλυψης ανέργων για παροχές ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και στους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι για διάφορους λόγους διακόπτουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα και δεν έχουν απασχόληση για μεγάλο χρονικό διάστημα , λαμβανομένου υπόψη ότι οι εργασιακές συνθήκες στο χώρο των επαγγελματιών αυτών στην παρούσα δημοσιονομική φάση οδηγούν σε κλείσιμο πολλές επιχειρήσεις. Οι διατάξεις αυτές προτείνονται , ώστε να μην μείνουν ακάλυπτοι, όσον αφορά τις παροχές σε είδος, οι ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ, που διέκοψαν για οποιοδήποτε λόγο την άσκηση του επαγγέλματος τους. Με την παράγραφο 9 παρέχεται η εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από διαβούλευση με τους Κοινωνικούς Εταίρους και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Δικαίου, για τις ανάγκες εφαρμογής του προγράμματος, να ρυθμίζουν θέματα που αφορούν τη διαδικασία προσφυγής στον Ο.ΜΕ.Δ, τις ομαδικές απολύσεις, το ύψος και τον τρόπο καταβολής των σχετικών αποζημιώσεων, τους όρους απασχόλησης των νέων κάτω των 25 ετών που εισέρχονται στην αγορά εργασίας για πρώτη φορά, τους όρους απασχόλησης και ασφάλισης στις συμβάσεις μαθητείας και την ανώτατη διάρκεια των συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Με την παράγραφο 10 παρέχεται εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με απόφαση τους να αναστέλλουν την αποπληρωμή δανείων προς τον ΟΕΚ και να επαναρρυθμίζουν τους όρους πληρωμής των δανείων αυτών. Με την παράγραφο 11 παρέχεται εξουσιοδότηση προκειμένου να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την αποπληρωμή των στεγαστικών και άλλων συναφών δανείων που έχουν χορηγηθεί από το Τ.Π.Δ., να διευρύνονται οι δικαιούχοι λήψης στεγαστικού δανείου και να οργανώνονται προγράμματα του Τ.Π.Δ. για την αναχρηματοδότηση στεγαστικών και άλλων συναφών δανείων. Τέλος, με την παράγραφο 12 προβλέπεται η δυνατότητα υπεξουσιοδότησης από τα κανονιστικά διατάγματα του άρθρου αυτού, προκειμένου θέματα τεχνικού και λεπτομερειακού χαρακτήρα να ρυθμίζονται με κανονιστικές λειτουργικές αποφάσεις. Στο εύρος της υπεξουσιοδότησης εμπίπτουν και αγορανομικές διατάξεις που μπορεί να προβλέπονται από τα κανονιστικά διατάγματα. Με το τελευταίο εδάφιο παρέχεται εξουσιοδότηση προκειμένου στην ύλη των κανονιστικών διαταγμάτων να περιλαμβάνεται και το απαραίτητο κυρωτικό πλαίσιο για την περίπτωση παραβίασης των διατάξεων τους και ορίζεται, όπως απαιτείται από την παράγραφο 4 του άρθρου 43 του Συντάγματος, το χρονικό όριο για τη χρήση της εξουσιοδότησης που παρέχεται για την έκδοση τους.

Επί του Άρθρου Τρίτου Με τις διατάξεις του άρθρου Τρίτου, μειώνονται περαιτέρω τα επιδόματα στον στενό δημόσιο τομέα και οι εν γένει αποδοχές στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Συγκεκριμένα, τα πάσης φύσεως επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, τα οποία προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη για τους λειτουργούς, υπαλλήλους και το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και των ΟΤΑ καθώς επίσης και των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος, μειώνονται κατά ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%). Κατά το ίδιο ποσοστό μειώνονται και τα έξοδα παράστασης του Προέδρου της Δημοκρατίας, των Προέδρων της Κυβέρνησης και της Βουλής, του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης καθώς και των Υπουργών και Υφυπουργών. Στο προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, στο οποίο δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3205/2003 και στους οποίους δεν καταβάλλονται επιδόματα, αποζημιώσεις ή αμοιβές κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, καθώς επίσης και στους εργαζόμενους σε Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν στο κράτος, σε ΝΠΔΔ ή σε ΟΤΑ ή επιχορηγούνται τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του προϋπολογισμού τους ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1,2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005, οι πάσης φύσεως αποδοχές τους (τακτικές αποδοχές, αποζημιώσεις, επιδόματα οποιασδήποτε φύσης και είδους) μειώνονται οριζόντια κατά 3%. Το ίδιο ισχύει και για τα αιρετά όργανα Ο.Τ.Α. (Δημάρχους, Αντιδημάρχους, Νομάρχες κ.λ.π.), τους διοικητές, υποδιοικητές, προέδρους, αντιπροέδρους των Ν.Π.Δ.Δ., τους προέδρους, αντιπροέδρους και τα μέλη των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, καθώς και τους προέδρους, αντιπροέδρους, διευθύνοντες συμβούλους και εκτελεστικά μέλη διοικητικών συμβουλίων των κατά την ανωτέρω έννοια, Ν.Π.Ι.Δ.. Από το πεδίο εφαρμογής του εν λόγω άρθρου εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση, την υπηρεσιακή εξέλιξη των εργαζομένων ή όσα αφορούν στις ειδικές συνθήκες εργασίας λόγω επικινδυνότητας είτε λόγω του ανθυγιεινού αυτής, καθώς επίσης και αυτά που συνδέονται με το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα καθώς και το επίδομα αδείας ορίζονται στο ποσό των 500, 250 και 250 ευρώ αντίστοιχα για όλους τους δικαιούχους και καταβάλλονται μόνον εφόσον οι πάσης φύσεως μεικτές τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές συνυπολογιζομένων και των επιδομάτων εορτών και αδείας, δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, τα 3.000 ευρώ. Σε περίπτωση που ξεπερνούν το όριο των 3.000 ευρώ, περικόπτονται τα επιδόματα αναλόγως. Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας που καταβάλλεται σε όλους τους συνταξιούχους, από το δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία κύριας ασφάλισης, καθορίζεται στο ύψος των 400 ευρώ για το επίδομα Χριστουγέννων και 200 ευρώ για το δώρο Πάσχα και το επίδομα αδείας αντίστοιχα. Στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης δεν εμπίπτουν οι ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ. Για την χορήγηση των επιδομάτων αυτών τίθενται δύο περιορισμοί: α) Ο δικαιούχος να μην έχει υπερβεί το 60° έτος της ηλικίας του. Από τον περιορισμό αυτό εξαιρούνται όσοι λαμβάνουν πολεμική σύνταξη, ή σύνταξη λόγω ανικανότητας ή αναπηρίας ή έχουν συνταξιοδοτηθεί αναγκαστικά δυνάμει ειδικών διατάξεων , καθώς και οι δικαιούχοι εκ μεταβιβάσεως εφόσον είτε δεν έχουν υπερβεί το 18° έτος της ηλικίας τους και εάν σπουδάζουν το 24° της ηλικίας τους, είτε είναι ανίκανοι για άσκηση οποιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος σε ποσοστό μεγαλύτερο του 67%. β) Να μην υπερβαίνει η σύνταξη τους το ποσό των 2.500 ευρώ κατά μήνα. Αν υπερβαίνει το ύψος αυτό περικόπτονται αναλόγως και τα επιδόματα δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα αδείας. Με την παράγραφο 14 τα επιδόματα αυτά δεν καταβάλλονται σε όσους λαμβάνουν σύνταξη εκ μεταβιβάσεως και έχουν εισοδήματα που υπερβαίνουν τις 15.000 ευρώ κατά έτος (άγαμες θυγατέρες των άρθρων 20 του ν. 2084/1992 και 6 παρ. 9 του ν. 2227/1994 καθώς και στους συνταξιούχους του δημοσίου που καταλαμβάνουν άλλη δημόσια θέση. Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται αθρόα υποβολή αιτήσεων συνταξιοδότησης από τους τακτικούς υπαλλήλους που συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων ή με των πρώην Ειδικών Ταμείων που έχουν ενταχθεί στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Κύριος λόγος των παραιτήσεων αυτών δεν είναι η πραγματική βούληση των υπαλλήλων για συνταξιοδότηση, αλλά ο φόβος που έχει καλλιεργηθεί για άμεση ανατροπή των ασφαλιστικών τους δικαιωμάτων. Τα παραπάνω έχουν και ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των υπηρεσιών του Δημοσίου των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α.

Με την προτεινόμενη παράγραφο 15 ορίζεται ότι τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που έχουν θεμελιωθεί ή θεμελιώνονται τουλάχιστον μέχρι 31-12-2010, δεν θίγονται από την παραμονή των υπαλλήλων στην υπηρεσία μετά την ανωτέρω ημερομηνία και τυχόν συνταξιοδοτικές μεταβολές δεν επηρεάζουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης τους. Παράλληλα, παρέχεται η δυνατότητα σε όσους από τους υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., έχουν υποβάλει αίτηση παραίτησης από 01-01-2010, να την ανακαλέσουν μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του νόμου. Η αίτηση ανακαλείται ανεξάρτητα από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται, ακόμα και αν έχει εκδοθεί διαπιστωτική πράξη λύσης της υπαλληλικής σχέσης. Τέλος, αναστέλλεται η καταβολή της δεύτερης δόσης της έκτακτης ενίσχυσης που χορηγήθηκε με το άρθρο 1 του ν. 3808/2009 και ο χρόνος καταβολής του θα επανακαθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Με την παράγραφο 7 αναπροσαρμόζονται τα φορολογικά κλιμάκια και οι συντελεστές φόρου πολυτελείας που επιβάλλονται στα επιβατικά αυτοκίνητα πολυτελείας τα οποία απευθύνονται σε κοινωνικές ομάδες με υψηλά εισοδήματα. Με την παράγραφο 8 ενισχύεται ο εγγυοδοτικός πυλώνας του άρθρου 2 του Ν.3723/2008 για την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Επί του Άρθρου Πέμπτου Με τις διατάξεις του άρθρου Πέμπτου επιβάλλεται έκτακτη εισφορά κοινωνικής ευθύνης στα κέρδη των επιχειρήσεων ανάλογα με τη φοροδοτική τους ικανότητα, ορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της έκτακτης εισφοράς, ο τρόπος βεβαίωσης της εισφοράς αυτής από την αρμόδια Δ.Ο.Υ., καθώς και θέματα που συνδέονται με τη μη αναστολή της βεβαίωσης και είσπραξης της, λόγω της άσκησης των ενδίκων ή διοικητικών μέσων επίλυσης της διαφοράς. Επιβάλλεται επίσης ειδικός φόρος στις τηλεοπτικές διαφημίσεις. Ειδικότερα με την παράγραφο 1, ορίζεται η έκτακτη εισφορά κοινωνικής ευθύνης στα κέρδη των επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή τους, εφόσον υπερβαίνουν τις 100.000 ευρώ. Η εισφορά αυτή υπολογίζεται με βάση το συνολικό καθαρό εισόδημα της διαχειριστικής χρήσης του 2009, όπως προσδιορίζεται στις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Ειδικότερα, όμως, για όσες επιχειρήσεις τήρησαν τα βιβλία τους, σύμφωνα με τους κανόνες των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (Δ.Λ.Π.), η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από την εφαρμογή τους, με την προϋπόθεση ότι αυτά τα κέρδη είναι μεγαλύτερα από το συνολικό καθαρό εισόδημα. Με την παράγραφο 2 ορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της έκτακτης εισφοράς στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή στα καθαρά κέρδη της προηγούμενης παραγράφου με διαφοροποιούμενους συντελεστές που αυξάνονται προοδευτικά ανάλογα με το ύψος του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών. Ειδικότερα για συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδη μέχρι 300.000 ευρώ η εισφορά ισούται με το γινόμενο τους επί συντελεστή 4%. Για τη διαφορά του καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από 301.000 έως και 1.000.000 ευρώ, η εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή 6% και για τη διαφορά του καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από 1.000.001 ευρώ έως και 5.000.000 ευρώ η εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή 8%.,για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από 5.000.001 ευρώ και άνω η εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή 10%. Επίσης, ορίζεται ότι το ποσό αυτό της έκτακτης εισφοράς περιορίζεται ανάλογα, προκειμένου σε κάθε περίπτωση αυτό που απομένει ως συνολικό καθαρό εισόδημα ή καθαρά κέρδη, τα οποία αποτελούν σύμφωνα με την παρ.1 τη βάση υπολογισμού της έκτακτης εισφοράς, να μην υπολείπεται του ποσού των 100.000 ευρώ. Δεδομένου ότι, για κάποιες επιχειρήσεις, το συνολικό καθαρό εισόδημα ή τα καθαρά κέρδη υπολογίζονται σε διαχειριστικές περιόδους που υπερβαίνουν τους δώδεκα (12) μήνες, ορίζεται με την παράγραφο 3, ότι σε αυτές τις περιπτώσεις, ως συνολικό καθαρό εισόδημα ή καθαρά κέρδη λαμβάνεται το ποσό που προκύπτει αναλογικά για τους δώδεκα (12) μήνες. Με την διάταξη της παραγράφου 4 επιδιώκεται να αποτραπούν ακραίες περιπτώσεις επιβολής μεγάλου ύψους έκτακτης εισφοράς, λόγω εμφανίσεως μεγάλης διαφοράς συνολικού καθαρού εισοδήματος ή καθαρών κερδών στη διαχειριστική περίοδο 2009, σε σχέση με τις προηγούμενες διαχειριστικές περιόδους, οι οποίες κατά κανόνα οφείλονται σε έκτακτα και μη επαναλαμβανόμενα γεγονότα. Με την παράγραφο 5 προσδιορίζεται ο τρόπος βεβαίωσης από τον προϊστάμενο της αρμόδιας για τη φορολογία του εισοδήματος της εν λόγω επιχείρησης Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ). Αφού υπολογιστεί η έκτακτη εισφορά από την αρμόδια Δ.Ο.Υ, εκδίδεται εκκαθαριστικό σημείωμα και αποστέλλεται αντίγραφο του στην επιχείρηση. Ορίζεται επίσης ότι σε περίπτωση μετατροπής ή συγχώνευσης της επιχείρησης, η έκτακτη εισφορά βεβαιώνεται στο όνομα της νέας επιχείρησης που προέρχεται από τη μετατροπή ή συγχώνευση. Επίσης, με το τελευταίο εδάφιο της ίδιας παραγράφου ορίζεται ότι στις περιπτώσεις που μετά από τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου προκύψει διαφορά, δεν επιβάλλεται επιπλέον έκτακτη εισφορά, ούτε επιστρέφεται εισφορά που καταβλήθηκε. Στην παράγραφο 6 ορίζεται ότι η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής ή υποβολής αίτησης για διοικητική επίλυση της διαφοράς, καθώς και για την άσκηση της προσφυγής ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου, δεν αναστέλλει τη βεβαίωση και την είσπραξη της εισφοράς. Με την παράγραφο 7 ορίζεται η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.2238/1994, ΦΕΚ Α' 151), καθώς και του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999, ΦΕΚ Α' 97), όπως ισχύουν, και για την έκτακτη εισφορά, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του άρθρου 2. Με την παράγραφο 8 ορίζεται ο τρόπος καταβολής της έκτακτης εισφοράς που έχει βεβαιωθεί σε δώδεκα (12) ίσες μηνιαίες δόσεις. Η πρώτη δόση είναι καταβλητέα μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη ημερομηνία της βεβαίωσης της εισφοράς, ενώ οι επόμενες δόσεις είναι καταβλητέες αντίστοιχα μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τις επόμενες βεβαιώσεις της εν λόγω εισφοράς αντιστοίχως. Επίσης, ορίζεται ότι το κατώτερο ποσό της κάθε δόσης, δεν μπορεί να είναι μικρότερο των χιλίων (1.000) ευρώ και για την περίπτωση που καταβληθεί το συνολικό ποσό εντός της προθεσμίας για την καταβολή της πρώτης δόσης, χορηγείται έκπτωση τρία τοις εκατό (3%). Δεν χορηγείται η έκπτωση αυτή στην περίπτωση που το σύνολο της έκτακτης εισφοράς είναι καταβλητέο σε μία και μόνο δόση. Με την παράγραφο 9 ορίζεται ότι το ποσό της καταβλητέας εισφοράς δεν αφαιρείται για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος της επιχείρησης, που εμπίπτει στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ενώ με την παράγραφο 10 ορίζεται ότι η εισφορά επιστρέφεται κατά το μέρος που αποδεδειγμένα το συνολικό καθαρό εισόδημα ή τα καθαρά κέρδη επί των οποίων επιβλήθηκε, απετέλεσε και εισόδημα ή κέρδη άλλης επιχείρησης, για τα οποία καταβλήθηκε έκτακτη εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού. Με την παράγραφο 12, με σκοπό τη δίκαιη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την εξασφάλιση οικονομικών πόρων, ύστερα από την κατανομή των φορολογικών βαρών σε όλες τις παραγωγικές τάξεις, επιβάλλεται ειδικός φόρος στις διαφημίσεις που προβάλλονται από την τηλεόραση. Ο ειδικός φόρος ορίζεται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) επί της αξίας της διαφήμισης που υπολογίζουν τα τηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης. Ο φόρος βαρύνει άμεσα, κατά περίπτωση, τη διαφημιζόμενη επιχείρηση ή το διαφημιστή που μεσολαβεί. Τον ειδικό αυτό φόρο εισπράττουν τα τηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης και αποδίδουν στο δημόσιο με μηνιαίες δηλώσεις που υποβάλλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. , μέχρι την εικοστή (20η) ημέρα κάθε μήνα, για τα έσοδα από τις τηλεοπτικές διαφημίσεις του προηγούμενου μήνα. Επί του Άρθρου Έκτου Με την παράγραφο 1 παρέχεται εξουσιοδότηση προκειμένου με προεδρικό διάταγμα να αναδιοργανωθούν οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο και να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις για την περιστολή και πάταξη της φοροδιαφυγής και την είσπραξη των δημοσίων εσόδων. Με την παράγραφο 2 ορίζεται ότι οργανικές μονάδες του Υπουργείου Οικονομικών εντός του ιδίου νομού, θεωρούνται για την εφαρμογή του άρθρου 66 του Υπαλληλικού Κώδικα, οργανικές μονάδες της ίδιας αρχής και η μετακίνηση των υπαλλήλων από τη μία οργανική μονάδα στην άλλη δεν θεωρείται μετάθεση αλλά διενεργείται με μόνη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με βάση τις υπηρεσιακές ανάγκες. Η ρύθμιση επιβάλλεται για να αρθεί το απαράδεκτο φαινόμενο που ισχύει σήμερα, η μετακίνηση υπαλλήλου (για τον οποίο π.χ. υπάρχει καταγγελία για διαφθορά) από τη Δ.Ο.Υ. στην οποία υπηρετεί, σε άλλη Δ.Ο.Υ. εντός του ίδιου νομού, να πρέπει να γίνει με τη διαδικασία της μετάθεσης. Δηλαδή με ερώτημα προς το υπηρεσιακό συμβούλιο από τον Υπουργό Οικονομικών, συνεδρίαση και απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου και ακολούθως έκδοση από τον Υπουργό Οικονομικών απόφασης μετάθεσης του υπαλλήλου, της οποίας, τις περισσότερες φορές, αναστέλλεται η εκτέλεση με απόφαση των αρμοδίων διοικητικών δικαστηρίων για λόγους κυρίως τυπικούς. Η απαράδεκτη αυτή κατάσταση έχει εμπεδώσει αίσθηση ατιμωρησίας στους επίορκους υπαλλήλους ενισχύει τα κρούσματα διαφθοράς και πρέπει να εκλείψει. Αυτά επιδιώκονται με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου και παρακαλείται η Εθνική Αντιπροσωπεία για την ψήφιση του.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ

με το Σχέδιο Νόμου «Μέτρα για την εφαρμογή του Μηχανισμού Στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο»

1.Το πρώτο και δεύτερο εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα Προστιθέμενης Αξίας, που κυρώθηκε με το ν.2859/2000 (Α' 248), και τροποποιούνται με την παράγραφο 1 του άρθρου πέμπτου του σχεδίου νόμου έχει ως εξής: "Ο συντελεστής του φόρου προστιθέμενης αξίας ορίζεται σε είκοσι ένα τοις εκατό (21%) στη φορολογητέα αξία. Κατ' εξαίρεση, για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα III του παρόντος, ο συντελεστής του φόρου ορίζεται σε δέκα τοις εκατό (10%)."

2. Το άρθρο 97 του Ν. 2960/2001 (Α' 265) που τροποποιείται με την παράγραφο 2 του άρθρου πέμπτου του σχεδίου νόμου, έχει ως εξής: «Άρθρο 97 Βάση υπολογισμού και συντελεστές του φόρου Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που επιβάλλεται στα βιομηχανοποιημένα καπνά υπολογίζεται ως εξής: 1. Στα τσιγάρα και τα προϊόντα που εξομοιώνονται με αυτά, ως βάση υπολογισμού του φόρου λαμβάνεται, σύμφωνα με τα στοιχεία φορολογίας που είναι γνωστά κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, η πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης αυτών, ανεξάρτητα από το σήμα και την προέλευση τους. "Στην τιμή αυτή ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε ποσοστό 65 %, με ελάχιστο ποσό είσπραξης, τα 78 ευρώ ανά 1.000 τσιγάρα."

Η πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων για τον υπολογισμό της νέας φορολογικής επιβάρυνσης καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και η έναρξη εφαρμογής της ορίζεται μεταξύ 1ης και 16ης Ιανουαρίου κάθε έτους. Σε περίπτωση που η μεταβολή της πλέον ζητούμενης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της συνολικής επίπτωσης που προκύπτει από το ποσοστό του φόρου που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο, η έναρξη εφαρμογής της απόφασης αυτής επιτρέπεται να ορίζεται το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου του δεύτερου έτους που έπεται εκείνου της μεταβολής. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) διαρθρώνεται: α) σε έναν πάγιο φόρο, ο οποίος επιβάλλεται ανά μονάδα προϊόντος, το ποσό του οποίου είναι ίσο προς 7,50% της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης, η οποία προκύπτει από το άθροισμα του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) καπνού και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), που επιβάλλονται στην πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων και είναι το ίδιο (πάγιο στοιχείο) για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων, ανεξάρτητα από την τιμή λιανικής πώλησης τους και «β) σε έναν αναλογικό φόρο ο συντελεστής του οποίου είναι 58,823 % και προκύπτει από το κλάσμα που έχει ως αριθμητή το γινόμενο του συντελεστή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) επί την πλέον ζητούμενη τιμή μείον τον πάγιο φόρο και παρονομαστή την πλέον ζητούμενη τιμή. Ο αναλογικός συντελεστής 58,823 % υπολογίζεται στην τιμή λιανικής πώλησης χιλίων (1.000) τεμαχίων τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα) και είναι ο ίδιος για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων.» "Στα τσιγάρα που πωλούνται σε τιμή μικρότερη από την τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων της πλέον ζητούμενης κατηγορίας τιμών, το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που υπολογίζεται σύμφωνα με τις ανωτέρω περιπτώσεις α) και β) δεν μπορεί να είναι κατώτερο του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνολικού ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα τσιγάρα της πλέον ζητούμενης κατηγορίας τιμών." 2. Στα λοιπά βιομηχανοποιημένα καπνά ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται ως εξής: α) Στα πούρα ή σιγαρίλλος σε ποσοστό 32% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησης τους. β) Στο λεπτοκομμένο καπνό, ο οποίος προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων και στα άλλα καπνά για κάπνισμα, σε ποσοστό 67% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησης τους. 3. Για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που παράγονται κατόπιν ειδικής παραγγελίας και δεν προορίζονται για εμπορία, καθώς και τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά δωρεάν για ερευνητικούς σκοπούς, ανεξάρτητα από την προέλευση τους, συσκευασμένα σε λευκά πακέτα χωρίς ενδείξεις και τιμή λιανικής πώλησης, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) υπολογίζεται στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων της επιχείρησης που τα παράγει ή τα διαθέτει στην αγορά, εκτός αν έχει συμφωνηθεί μεγαλύτερη τιμή. 4. Για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που αποτελούν αντικείμενο λαθρεμπορίας και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησης αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 100 του παρόντα Κώδικα, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) υπολογίζεται, προκειμένου για τσιγάρα στην πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης που ισχύει κάθε φορά, προσαυξημένη κατά δέκα τοις εκατό (10%), και για τα λοιπά καπνοβιομηχανικά προϊόντα στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων που κυκλοφορούν στο εσωτερικό της χώρας.» Το άρθρο 81 και το άρθρο 87 του Ν. 2960/2001 που τροποποιούνται με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου πέμπτου του σχεδίου νόμου έχουν ως εξής: « Άρθρο 81 Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης αιθυλικής "και ισοπροπυλικής" αλκοόλης

Καθορισμός του ύψους αυτού 1. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης, καθορίζεται ανά εκατόλιτρο (HL) άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης θερμοκρασίας 20ο C και υπολογίζεται με βάση τον αριθμό εκατολίτρων άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης. "2. Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης καθορίζεται σε χίλια οκτακόσια ογδόντα τέσσερα (1.884) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης." «3. Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή, για την αιθυλική αλκοόλη που προορίζεται για την παρασκευή ούζου ή που περιέχεται στο τσίπουρο και την τσικουδιά. Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε εννιακόσια σαράντα δύο (942) ευρώ ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.» Ο κατά τα παραπάνω μειωμένος συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) εφαρμόζεται και στην περιοχή Δωδεκανήσου για την αιθυλική αλκοόλη που περιέχεται και στα λοιπά, πλην των παραπάνω, αλκοολούχα ποτά ή άλλα αλκοολούχα προϊόντα, τα οποία αποκτώνται από τα άλλα Κράτη- Μέλη της Κοινότητας, αποστέλλονται από φορολογική αποθήκη της λοιπής Ελλάδος ή εισάγονται στην περιοχή αυτή από τρίτες χώρες. Η ίδια μείωση του φόρου ισχύει και για την αιθυλική αλκοόλη που χρησιμοποιείται στην περιοχή αυτή για την παραγωγή των παραπάνω ποτών και προϊόντων. Οι όροι και προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. "4. Επιβάλλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης, το ύψος του οποίου καθορίζεται σε δύο ευρώ και ενενήντα τρία λεπτά (2,93) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους, στην εισαγόμενη από τρίτες χώρες, στην εγχωρίως παραγόμενη και στην προερχόμενη από τα λοιπά κράτη -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ισοπροπυλική αλκοόλη της δασμολογικής κλάσης 29.05 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται τα ποσοστά, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις για την αναγνώριση της φυσικής απομείωσης της ισοπροπυλικής αλκοόλης, που είναι εγγενής με τη φύση του προϊόντος αυτού και προκύπτει κατά την αποθήκευση της σε φορολογική αποθήκη ή στις χρήσεις αυτής. Η απώλεια (φύρα) που οφείλεται στην απομείωση αυτή απαλλάσσεται του ειδικού φόρου κατανάλωσης." "5. Η ισοπροπυλική αλκοόλη που παράγεται εγχωρίως ή μεταφέρεται από τα λοιπά κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης δύναται να τίθεται σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης και για το χρονικό διάστημα που παραμένει στο καθεστώς αυτό τελεί σε αναστολή καταβολής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του Φ.Π.Α.. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι διατυπώσεις για τη σύσταση και λειτουργία φορολογικών αποθηκών ισοπροπυλικής αλκοόλης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του καθεστώτος αυτού." «Άρθρο 87 Τρόπος υπολογισμού και συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης 1. α) Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) των προϊόντων του άρθρου 86 του παρόντα Κώδικα καθορίζεται με βάση τον αριθμό των εκατόλιτρων της μπύρας και τους βαθμούς PLATO κατά όγκο. β) Σε περίπτωση που οι βαθμοί PLATO της μπύρας δεν αντιστοιχούν σε ακέραιο αριθμό, για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) το κλασματικό μέρος στρογγυλοποιείται στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό και συγκεκριμένα, εφόσον το κλάσμα είναι μικρότερο του μισού (0,5), στρογγυλοποιείται στο μικρότερο ακέραιο αριθμό, ενώ εάν είναι ίσο ή μεγαλύτερο του μισού (0,5), στρογγυλοποιείται στο μεγαλύτερο ακέραιο αριθμό, γ) Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος προσδιορισμού των βαθμών PLATO της μπύρας, καθώς και κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής. "2. Ο φόρος αυτός ορίζεται σε ένα ευρώ και ενενήντα έξι λεπτά (1,96 ) ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας." "3. Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης μπύρας, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή, για την μπύρα που παράγεται στη χώρα μας ή στα άλλα Κράτη - Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από ανεξάρτητα μικρά ζυθοποιεία, εφόσον η παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα 200,000 εκατόλιτρα μπύρας ετησίως. Για την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ο όρος "ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο" σημαίνει το ζυθοποιείο, το οποίο πληροί τις εξής προϋποθέσεις: -είναι νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητο από οποιοδήποτε άλλο, -χρησιμοποιεί δικές του εγκαταστάσεις και -δεν λειτουργεί βάσει άδειας εκμεταλλεύσεως άλλου επιτηδευματία. Θεωρούνται επίσης ως ένα και μόνο ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο δύο ή περισσότερα μικρά ζυθοποιεία όταν αυτά συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα 200.000 εκατόλιτρα μπύρας. "Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε ενενήντα οκτώ λεπτά (0,98) ευρώ ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας." Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών". 4. Το άρθρο 89 του ν. 2960/2001 που τροποποιείται με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου πέμπτου του σχεδίου νόμου έχει ως εξής: «Άρθρο 89 Συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) που επιβάλλεται στα προϊόντα του προηγούμενου άρθρου ορίζεται σε εβδομήντα οκτώ (78) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος, με εξαίρεση τα προϊόντα που ορίζονται στις παραγράφους 6 και 7 του σημείου του Παραρτήματος III του Κανονισμού (Ε.Κ.) της Επιτροπής 606/2009 (EEL 193/24.7.2009), για τα οποία ο συντελεστής ορίζεται σε τριάντα εννέα ευρώ (39) ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος." 4. Το άρθρο 73 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α) που τροποποιείται με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρο του σχεδίου νόμου έχει ως εξής: «Άρθρο 73 Συντελεστές Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης 1. Οι συντελεστές του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα παρακάτω ενεργειακά προϊόντα ορίζονται ως ακολούθως:

ΕΙΔΟΣ

ΚΩΔΙΚΟΣ Σ.Ο.

ποσο φορου σε ευρο

ΜΟΝΑΔΑ

επιβολής

2007

2008

2009

2010

9.2.2010

4.3.2010

α) Βενζίνη με μόλυβδο

271011 51 και 27101159

384

409

421

421

541

621

1.000 λίτρα

β) βενζίνη χωρίς μόλυβδο

- με αριθμό οκτανίων μέχρι και 96,5

2710 11 41 και ΕΧ 2710 11 45

331

350

359

410

530

610

1.000 λίτρα

- με αριθμό οκτανίων μεγαλύτερο των 96,5

εχ 2710 11 45 και 2710 1149

338

349

359

410

530

610

1.000 λίτρα

γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με την προσθήκη ειδικών προσθέτων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται ττρος πώληση ή και χρησιμοποιείται ως ισοδύναμο καύσιμο αντί της μολυβδούχου βενζίνης των κωδικών της Σ.Ο. 2710 11 51 και 2711 1159

2710 11 41, 2710 11 45 και 27101149

347

352

359

410

530

610

1.000 λίτρα

δ) Βενζίνη αεροπλάνων

271011 31

437

437

437

437

557

637

1.000 λίτρα

ε) Ειδικό καύσιμο αεριωθουμένων τύπου βενζίνης

271011 70

437

437

437

437

557

637

1.000 λίτρα

στ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων

27101941 2710 19 45 και 271019 49

276

293

302

302

352

382

1.000 λίτρα

ζ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης.

27101941 271019 45

2710 19 49

276

293

302

302

352

382

1.000 λίτρα

η) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται για χρήσεις άλλες από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω περιπτώσεις στ) και ζ)

271019 41

2710 19 45 και 271019 49

276

293

302

302

352

382

1.000 λίτρα

θ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης (FUEL OIL -Μαζούτ)

2710 19 61 2710 19 63 2710 19 65 2710 19 69

19

19

19

19

19

19

1.000 χιλιόγραμμα

ι) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων

2710 19 21 και 271019 25

302

320

330

330

380

410

1.000 λίτρα

ια) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης

2710 19 21 και 2710 19 25

302

320

330

330

380

410

1.000 λίτρα

ιβ) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω περιπτώσεις ι) και ι α)

2710 19 21 και 27101925

302

320

330

330

380

410

1.000 λίτρα

Ύ) Υγραέρια (LPG) που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων

2711 1211 έως και 271119 00

125

125

125

125

125

125

1.000 χιλιόγραμμα

ιδ) Υγραέρια (LPG) και μεθάνιο που χρησιμοποιούνται -ως καύσιμα θέρμανσης και -για άλλες χρήσεις εκτός

2711 12 11 έως και 2711 19 00 και

2711 29 00

13

13

13

13

13

13

1.000 χιλιόγραμμα

από αυτές που καθορίζονται στις περιπτώσεις ιγ' και ιε'.

ιε) Υγραέρια (LPG) κα μεθάνιο που προορίζονται για βιομηχανική, βιοτεχνική και εμπορική χρήση σε κινητήρες πλην της περίπτωσης ιγ'.

2711 12 11 έως και

2711 19 00 και 2711 29 00

41

41

41

41

41

41

1.000 χιλιόγραμμα

ιστ) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων

2711 11 00 και 27112100

0

0

0

0

0

0

Gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη

ιζ) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης

2711 11 00 και 27112100

0

0

0

0

0

0

Gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη

ιη) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω ιστ) και ιζ) περιπτώσεις.

2711 11 00 και 271121 00

0

0

0

0

0

0

Gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη

ιθ) Λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης

- Για επιχειρηματική χρήση

0,15

0,15

0,15

0,15

0,15

0,15

Gigajoule

- Για μη επιχειρηματική χρήση

2701, 2702 και 2704

0,3

0,3

0,3

0,3

0,3

0,3

κ) Λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ), που χρησιμοποιούνται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτή που καθορίζεται στην παραπάνω ιθ) περίπτωση

2701, 2702 και 2704

0,3

0,3

0,3

0,3

0,3

0,3

Gigajoule

κα) Ηλεκτρική ενέργεια για επιχειρησιακή χρήση για λοιπή χρήση

0

0

0

0

0

MWh

2716

2,5 5

κβ) - Βενζόλιο (βενζένιο) -Τολουόλιο (τολουένιο) -Ξυλόλιο (ξυλένιο) - Αλλα μείγματα αρωματικών υδρογονανθράκων που αποστάζουν 65% ή περισσότερο του όγκου τους (με τις απώλειες) στους 250°C σύμφωνα με τη μέθοδο ASTM D 86 -Μείγματα από τα παραπάνω προϊόντα

2707

372

372

372

372

372

372

1.000 χιλιόγραμμα

κγ) - Βενζόλιο - Τολουόλιο -ο-Ξυλόλιο - μ-Ξυλόλιο - π-Ξυλόλιο - Ισομερή του Ξυλολίου σε μείγμα -Αιθυλοβενζόλιο - Μείγματα από τα παραπάνω προϊόντα

2902

372

372

372

372

372

372

1.000 χιλιόγραμμα

κδ) Ελαφρύ πετρέλαιο (WHITE SPIRIT)

2710 1121

20

20

20

20

20

20

1.000 χιλιόγραμμα

κε) Άλλα ελαφρά λάδια

271011 90

12

12

12

12

12

12

1.000 χιλιόγραμμα

κστ) Βιοντήζελ από μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων, όπως ορίζεται με την απόφαση Α.Χ.Σ. 334/2004, που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων, είτε αυτούσιο είτε σε ανάμιξη με πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της παραπάνω περίπτωσης στ')

3824 90 99

276

293

302

302

352

382

1.000 λίτρα

- αντικαταστάθηκε ως άνω Με το αρθρ. 10 παρ. 1 του ν. 3483/2006

2. Για την εφαρμογή των περιπτώσεων ζ', ια', στ', Γ, ιγ', ιστ', ιδ', ιζ', ιθ' και ειδικότερα: α) Για την εφαρμογή των παραπάνω περιπτώσεων ζ' για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) και ια' για το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης για τη χρονική περίοδο από την 15η Οκτωβρίου μέχρι και την 30ή Απριλίου κάθε έτους, ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε είκοσι ένα (21) ευρώ το χιλιόλιτρο. Στην περίπτωση που οι παραπάνω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη. β) Για την εφαρμογή των διατάξεων των παραπάνω περιπτώσεων στ', Γ, ιγ' και ιστ', ως καύσιμα κινητήρων θεωρούνται τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε μηχανές ή συσκευές στις οποίες η χημική ενέργεια του καυσίμου μέσω της καύσης μετατρέπεται σε θερμική ενέργεια και εν συνεχεία σε κινητική ενέργεια, ενώ για την εφαρμογή των διατάξεων των παραπάνω περιπτώσεων ζ', ια', ιδ', ιζ' και ιθ', ως καύσιμα θέρμανσης θεωρούνται τα προοριζόμενα να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά και μόνο για τη λειτουργία κεντρικών συστημάτων θέρμανσης (καλοριφέρ) ή άλλων μέσων για τη θέρμανση ανθρώπων στους χώρους κατοικίας, διαμονής ή εργασίας τους.

3. Για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα ενεργειακά προϊόντα, που φορολογούνται με βάση το χιλιόλιτρο, λαμβάνεται υπόψη θερμοκρασία προϊόντος 15° C.

4. Τα ενεργειακά προϊόντα, πλην εκείνων για τα οποία καθορίζεται συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στον παρόντα Κώδικα, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ή να διατεθούν προς πώληση ή χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων ή ως καύσιμα θέρμανσης, φορολογούνται, αναλόγως της χρήσης, με το συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου κινητήρων ή καυσίμου θέρμανσης.

5. Εκτός από τα προϊόντα του άρθρου 72 του παρόντα Κώδικα, κάθε προϊόν, το οποίο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ή διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων ή ως πρόσθετο ή αυξητικό του τελικού όγκου του καυσίμου κινητήρων, φορολογείται με το συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου κινητήρων.

6. Κάθε υδρογονάνθρακας, εκτός της τύρφης, ο οποίος δεν αναφέρεται στο άρθρο 72 του παρόντα Κώδικα που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ή διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται για θέρμανση, φορολογείται με το συντελεστή του ισοδυνάμου ενεργειακού προϊόντος της παραπάνω παραγράφου 1. 7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.»

Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 17 του ν.3833/2010 (Α' 40) που αντικαθίστανται με την παράγραφο 7 του άρθρου πέμπτου του σχεδίου νόμου έχουν ως εξής: « Άρθρο 17 Ειδικός φόρος σε είδη πολυτελείας

1. Επιβάλλεται φόρος πολυτελείας στα επιβατικά αυτοκίνητα της δασμολογικής κλάσης 8703 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, καθώς και στα αυτοκίνητα τύπου jeep της δασμολογικής κλάσης 8704, το ποσοστό του οποίου ορίζεται για αυτοκίνητα με τιμή χονδρικής πώλησης από τον κατασκευαστή οίκο ως εξής: α) από 17.000 ευρώ μέχρι και 22.000 ευρώ, ποσοστό 10%, β) άνω των 22.000 ευρώ μέχρι και 30.000 ευρώ, ποσοστό 20%, γ) άνω των 30.000 ευρώ, ποσοστό 30%. Ο ανωτέρω φόρος επιβάλλεται επί της φορολογητέας αξίας του άρθρου 126 του ν. 2960/2001 (Α' 265).

2. Προκειμένου για μεταχειρισμένα όμοια αυτοκίνητα, το ποσοστό του φόρου καθορίζεται ως εξής: α) από 12.000 ευρώ μέχρι και 15.000 ευρώ, ποσοστό 10%, β) άνω των 15.000 ευρώ μέχρι και 20.000 ευρώ, ποσοστό 20% γ) άνω των 20.000 ευρώ ποσοστό 30%. Ο ανωτέρω φόρος επιβάλλεται επί της φορολογητέας αξίας του άρθρου 126 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α).»

Συνημμένα έγγραφα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ

ΑΘΗΝΑ, ΑΤΤΙΚΗ, Greece